Κλαίρη Θεοδώρου- Άλικες σιωπές

Κλαίρη Θεοδώρου- Άλικες σιωπές

alikessiopes

Γράφει η Μάγδα Παπαδημητρίου-Σαμοθράκη

 


«Οι άνθρωποι δημιουργούν την ίδια τους την ιστορία, τη δημιουργούν όμως όχι όπως τους αρέσει, όχι μέσα σε συνθήκες που οι ίδιοι διαλέγουν, μα μέσα σε συνθήκες που υπάρχουν άμεσα, που είναι δοσμένες και που κληροδοτήθηκαν από το παρελθόν. Η παράδοση όλων των νεκρών γενεών βαραίνει σα βραχνάς στο μυαλό των ζωντανών»

ΚΑΡΛ ΜΑΡΞ Η 18η ΜΠΡΥΜΑΙΡ ΤΟΥ ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΥ ΒΟΝΑΠΑΡΤΗ

Η Κλαίρη Θεοδώρου, η συγγραφέας του τρίτου αυτού μυθιστορήματος από τις εκδόσεις Ψυχογιός, κάνει στροφή από το κοινωνικό στο ιστορικό μυθιστόρημα. Δεν ξέρω αν είναι παροδική αυτή η στροφή ή μόνιμη. Τα κατάφερε όμως πολύ όμορφα. Το εξώφυλλο και ο τίτλος παρομοίως μέσα στο κόκκινο και τις σιωπές . Αντικατοπτρίζουν την ιστορία. Βουτηγμένη στο κόκκινο του μίσους, του αίματος, των φόνων, του διχασμού και ότι άλλο ακολουθεί. Σε προκαλεί να το ξεφυλλίσεις και να ακολουθήσεις. 

Αρχίζοντας με δυο γνωμικά, ένα του Καρλ Μάρξ κι ένα από την Ιλιάδα του Ομήρου, οριοθετεί και «βάζει» τον αναγνώστη στο πνεύμα της υπόθεσης που θα ακολουθήσει. Δυο ερωτήματα γεννώνται στον αναγνώστη διαβάζοντας τα. Οι άνθρωποι δημιουργούν την ιστορία τους ή έρχονται κληρονομιά από τους προηγούμενους; Έχει η κάθε γενιά ατομική ή συλλογική ευθύνη γι αυτά που δημιουργεί; Το δίστιχο από την Ιλιάδα του Ομήρου δεν σηκώνει καμιά αμφιβολία για σκέψη ή δίλημμα. Σίγουρα όποιος αγαπά τον εμφύλιο, είναι ακοινώνητος, άπατρις και άγριος. Στη χώρα μας υπάρχει από αρχαιοτάτων χρόνων. Τον έχουμε μέσα μας τον διχασμό, κουσούρι που έμεινε και διαιωνίζεται από γενιά σε γενιά. Στη χώρα μας, έχουμε πολλά δυστυχώς παραδείγματα. Από τους αρχαίους φιλοσόφους που τους έστελναν εξορία,  τον Καποδίστρια που τον δολοφόνησε ελληνικό χέρι, από τον Κολοκοτρώνη και τόσους άλλους ήρωες που έδωσαν τα πάντα και έφυγαν ξεχασμένοι. Μεγάλη η λίστα των αγωνιστών. Και φτάνουμε στην εποχή που διαδραματίζεται το βιβλίο. 

1935 στη Θεσσαλονίκη. Με συνταρακτικά γεγονότα επί εποχής Μεταξά στο ελληνικό προσκήνιο, με βασανιστήρια και εξορίες, προχωρούμε στη Γερμανική κατοχή και τον εμφύλιο. Οι Έλληνες μοιρασμένοι. Γερμανόφιλοι, Αγγλόφιλοι, Ρωσόφιλοι… Με τους Έλληνες τελικά ποιοι ήταν;  Οι αγνοί πατριώτες , οι ανώνυμοι που έκαναν τον αγώνα τους σιωπηρά. 

Η συγγραφέας μέσα από την ιστορία της, μας γυρνά πίσω στο χρόνο για να δούμε μόνοι μας το τι συνέβη και να βγάλουμε τα συμπεράσματα μας. Οι χαρακτήρες της, άλλοτε συμπαθητικοί και άλλοτε τελείως αντιπαθητικοί επηρεάζουν τα συναισθήματα μας, μας φορτίζουν, τασσόμαστε νοερά στο στρατόπεδο ανάλογα με την πολιτική μας τοποθέτηση. Αγωνιζόμαστε μαζί τους, χαιρόμαστε και υπερηφανευόμαστε με τα κατορθώματα τους. Δεν νομίζω ότι θα συμπαθήσουν πολλοί αναγνώστες τον Χαρίλαο που θυσιάζει τα πάντα μπροστά στη δόξα, το χρήμα και την οικογένεια στο να υπηρετήσει πιστά και φανατισμένα τον Μεταξά και τον Φύρερ. Θα εκτιμήσουν όμως τη συγγραφέα που τον ψυχογράφησε τόσο καλά ώστε να οργιστούμε μαζί του. Θα λυπηθούμε την Αναστασία, τη γυναίκα του αλλά δεν θα τη συγχωρέσουμε που άφησε τους φόβους της να κυριαρχήσουν και να υποταχτεί στον άντρα της. Θα μας γοητεύσει  η Ηλέκτρα που αντιστάθηκε, για τη δύναμη και την αποφασιστικότητα της που δεν λογάριασε τίποτε μπροστά στον έρωτα της. Ζούσε το τώρα η Ηλέκτρα. «Θέλει τόλμη και αρετή η ελευθερία» έλεγε  και παθιαζόταν.  Συγκίνηση θα μας γεμίσει ο Δημήτρης που παθιάστηκε για τις ιδέες του, που αγωνίστηκε γι αυτές μέχρι τέλους. Μας προβλημάτισε σκεφτόμενοι αν αξίζει τελικά να θυσιάσεις τα πάντα για χάρη της ιδέας. Όπως μας προβλημάτισε και ο Ορέστης, ο Τάσος, η Κατερίνα. «Δεν φταίνε οι καταστάσεις Δημήτρη, εμείς φταίμε και το κτήνος που κρύβουμε σχεδόν όλοι μέσα μας, έτοιμο να χιμήξει και  να κατασπαράξει τα πάντα στη πρώτη ευκαιρία» Μας έδωσε κι άγνωστα ιστορικά στοιχεία προβάλλοντας τη κόντρα Ζαχαριάδη και Βελουχιώτη. Δυστυχώς όμως στην ιστορία δεν έχουμε μόνο τον εμφύλιο μεταξύ ακροδεξιών και κομμουνιστών αλλά και μεγάλη κόντρα ανάμεσα στις αντάρτικες ομάδες του ΕΛΑΣ.  Πώς να μην απογοητευτείς όταν δίνεις τη ζωή σου, τους ανθρώπους που αγαπάς για μια ιδέα;     

Η Ηλέκτρα δεν έπρεπε να ερωτευτεί τον Δημήτρη. Ο Δημήτρης δεν έπρεπε να ερωτευτεί την Ηλέκτρα. Κι όμως, σε πείσμα των διαφορετικών κόσμων από τους οποίους προέρχονται, της αδυσώπητης δικτατορίας που ζυγώνει και του πολέμου που απλώνεται σαν μαύρο σύννεφο, ο έρωτας τους είναι κεραυνοβόλος, απόλυτος και συνάμα σαρωτικός. Σε μια εποχή όπου όλα αλλάζουν και το σκοτάδι έχει κυριαρχήσει στο φως, σε μια κοινωνία που αδερφός προδίδει και σκοτώνει αδερφό, σε μια πραγματικότητα που τα πάντα - ακόμα και η ίδια η σιωπή - καθορίζονται από την πολιτική απόχρωση που τους αποδίδεται, εκείνοι δεν διστάζουν να ακολουθήσουν τον μόνο δρόμο που μπορούν, εκείνον που προστάζει η ψυχή τους. Και μάλιστα με όποιο τίμημα, με κάθε κίνδυνο, με μόνη ελπίδα το όνειρο που κάποιοι τους αρνήθηκαν να ζήσουν. Άνθρωποι διχασμένοι, μεταμορφωμένοι σε σαρκοβόρα θεριά σε έναν κόσμο, μια χώρα, μια πόλη, μια οικογένεια που παραπαίει στη δίνη του πολέμου. Όχι μόνο του μεγάλου, αλλά κι εκείνου του άλλου: του πιο βρόμικου και ανίερου, του πιο σπαρακτικού και άδικου, του εμφυλίου.  Θελημένα ή αθέλητα μέσα στις αποσκευές μας κουβαλούμε κάτι από τη προηγούμενη γενιά. Στο υποσυνείδητο είναι ακόμη χαραγμένο ένα γιατί ή ένα μίσος που όσο κι αν το κρύβουμε, κάποτε, κάπως θα έρθει στην επιφάνεια. Από τη μια ή την άλλη πλευρά. Το πώς όμως θα το επεξεργαστούμε μέσα μας είναι προσωπική επιλογή. Η ζωή παίζει παράξενα παιχνίδια. Τόσο σκληρά, τόσο ανατρεπτικά που δεν ξέρεις από πού να προφυλαχτείς. Το θέμα είναι αν εμείς ξέρουμε τι θέλουμε, ποιες είναι οι κόκκινες γραμμές μας κι αν είμαστε διαθέσιμοι να λέμε πάντα ναι.  Οι ήρωες είναι κομμάτια από μας. Δεν διαφέρουν. Ας αναρωτηθούμε λοιπόν διαβάζοντας το, αν έχουμε διάθεση να κλείσουμε τις πληγές μας ή αν θέλουμε να συνεχίσουμε να σπέρνουμε το μίσος και την εκδίκηση; Τι θα κάναμε εμείς αν ήμασταν στη θέση τους; Πώς θα αντιδρούσαμε στη θέση του καθενός; Θα μπορούσαμε ή κρίνουμε εκ του ασφαλούς; Κι αν τα απαντήσουμε τότε πιστεύω πως η συγγραφέας πέτυχε τον σκοπό της. 

Πόσες φορές μηδενίζει το ρολόι της ζωής; Πόσες φορές μπορεί να ξεκινήσει κανείς από την αρχή; Και πόσο “άλικο” μπορεί να είναι το παρελθόν, όταν εισβάλλει απρόσκλητο με τη μορφή τετράγωνων, κατακόκκινων φακέλων στο παρόν ανατρέποντας το μέλλον;

Δεν θέλω να προχωρήσω πιο πολύ για να μη μαρτυρήσω. Το τι έγιναν αυτά τα γεγονότα  κι από τις δυο πλευρές , κι αν προδοθήκαμε από ιδέες,  ας κρατήσουμε μέσα κάποιο φως, κάποια ελπίδα ότι κάτι ωραίο μπορεί να γίνει. Μη παραιτηθούμε γιατί η μόνη που θα βγει χαμένη θα είναι η λευτεριά. Προσωπική και εθνική. Ας γίνει το μυθιστόρημα προβληματισμός.   Κι ας είναι καλοτάξιδο….

«Στους ανθρώπους έχω χάσει τη πίστη μου και στη ικανότητα τους να ξεχωρίζουν το σωστό από το λάθος, το κοινό συμφέρον από το προσωπικό…

Δημοσιεύθηκε στο bookia