Ισμήνη Μπάρακλη - Το χελιδόνι του Βορρά

xalidoni

Γράφει η Μάγδα Παπαδημητρίου-Σαμοθράκη

«Πόσο ακριβή , αλήθεια, είναι η ζωή για να τη ξοδεύουμε στο τίποτα;»

Είναι το έβδομο μυθιστόρημα της συγγραφέως εκτός των τριών παιδικών που έχει στο ενεργητικό της. Το πρώτο της που διάβασα. Μπορώ να το χαρακτηρίσω ως ανάλαφρο βιβλίο αφού το διάβασα σε πολύ λίγες μέρες. Δεν κουράζει. Αντίθετα σε ταξιδεύει. Η Δάφνη είναι η ηρωίδα της. Μια δυναμική αρχιτέκτονας που κατάφερε να προσπεράσει τα δύσκολα εμπόδια που της έβαλε η ζωή. Από πολύ μικρή δυο ήταν οι άνθρωποι που ήταν το παν για εκείνη. Ο πατέρας της ο Δημητρός ή Μίμαρος, ο καραγκιοζοπαίχτης και ο Νιόνιος ο μπουζουξής. Δυο άνθρωποι που αν και αγράμματοι της έδωσαν την αγάπη, την αξιοπρέπεια, την ελευθερία και όλα εκείνα τα ιδανικά που χρειάζεται ένας άνθρωπος για να γίνει δυνατός. Μέσα από τον μεγάλο της έρωτα των φοιτητικών χρόνων, θα δούμε τη ζωή της να περνά ως κινηματογραφική ταινία, ως ένα ρεσιτάλ που οι νότες τη σηκώνουν άλλοτε ψηλά και άλλοτε τη κατεβάζουν στα χαμηλά. Την έκαναν πιο δυνατή   αυτά τα σκαμπανεβάσματα; Θα το κρίνουν οι αναγνώστες.

Πηγαίνοντας μπρος και πίσω στον χρόνο θα φανούν κι άλλα πρόσωπα που θα τη σημαδέψουν. Η αφήγηση θα ξεκινήσει από τα Γιαννιτσά, στις αρχές του προηγούμενου αιώνα. Βαλτότοπος τότε το χωριό της, φτώχια, απλωμένος παντού ο φόβος και ο τρόμος οι Κομιτατζήδες. Πολλές όμορφες, ποιητικές περιγραφές φωτογραφίζουν το χώρο και τη ζωή που θα ακολουθήσει. Τόσο λεπτομερείς περιγραφές που ο αναγνώστης μεταφέρεται μαζί της στο χρόνο και το τόπο. Θεσσαλονίκη, Αθήνα και Παρίσι θα ταξιδέψει για να γνωρίσει κι άλλα πρόσωπα που θα παίξουν μικρό ή μεγάλο ρόλο στη ζωή της. Πρόσωπα που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη ζωή του πατέρα της και έμμεσα στην ίδια.

Μαθαίνουμε στη ροή της ιστορίας πώς η Δάφνη κάθεται σε μια καρέκλα με μαρμαρωμένα πόδια, αδύναμη να πετάξει και να πάρει τη ζωή στα χέρια της. Ο Νιόνιος, φίλος του πατέρα της στάθηκε ο ίδιος ακλόνητο στήριγμα στη θέση του όταν συνέλαβαν τον πατέρα της για τα πιστεύω του. Ο Νιόνιος τη βοηθά και την αναγκάζει να προχωρήσει. Το πείσμα, ο μοναδικός της οδηγός. Τον πατέρα της, στην εξορία του ζητούν να κάνει δήλωση για να τον αφήσουν ελεύθερο. Να πάει στη κόρη του. Διαβάζουμε στη σελίδα 45: «Δήλωση, Ότι πιο πολύτιμο είχε να τους παραδώσει. Την αξιοπρέπεια, τον ίδιο του τον εαυτό, τους αγώνες του, τα πιστεύω του. Πώς θα μπορούσε να προδώσει όλα αυτά με μια τζίφρα;» Η Δάφνη δεν θα μπορούσε να ξεφύγει από τη μοίρα της. Από αυτή που τη γαλούχησε ο πατέρας της. Μα και η μάνα της που ήταν αγωνίστρια. Μπορεί να μην την έζησε γιατί ήταν στο βουνό και είχε αντιστασιακή δράση αλλά γράφτηκε στο .DNA της. Μπλέχτηκε μεγαλώνοντας στη γενιά του 1-1-4, στους Λαμπράκηδες, συνελήφθη αλλά αφηνόταν και πάλι ελεύθερη. Μέχρι που ήρθε η δικτατορία και κατάφερε να φύγει στο Παρίσι όπου ζυμώθηκε με όλους τους διανοούμενους, εργάστηκε και πήρε το πτυχίο της μέχρι να επανέρθει η δημοκρατία στην Ελλάδα.

Με μεγάλες προτάσεις στις περιγραφές, με μικρές όπου χρειαζόταν η δράση, με μικρά κεφάλαια για να γλιστρούν οι σελίδες γρήγορα, η Ισμήνη Μπάρακλη βάζει τους ήρωες της να έχουν τη δική τους ατομική ευθύνη στο ιστορικό γίγνεσθαι. Άλλωστε ο λαός γράφει την ιστορία θελημένα ή αθέλητα. Παίρνοντας ο ίδιος τις αποφάσεις ή ακολουθώντας τα παιχνίδια των Μεγάλων.

Εκτός όμως από τα ιστορικά γεγονότα που έζησαν οι ήρωες της, η συγγραφέας θέτει και μερικά ερωτήματα αυτογνωσίας που αν δεν προβληματιστούμε ως αναγνώστες και δεν τα λύσουμε η ζωή θα προχωρά κι εμείς θα στεκόμαστε ως απλοί θεατές. Όπως για τη μοναξιά, για το θάνατο, για το φόβο, για τη προσωπική μας φυλακή αλλά και κάνοντας απολογισμό για «τη γενιά της επανάστασης που σύντομα έγινε η γενιά της αφθονίας της ύλης στο πλαίσιο μιας καρικατούρας πολιτισμού που βασίστηκε εξ ολοκλήρου εκεί.»

Σελ 98: «Τα μεγαλύτερα ψέματα είναι αυτά που λέμε στον ίδιο μας τον εαυτό για να δικαιολογούμε τις πράξεις μας»

Σελ 144: «Το τελευταίο καιρό σταμάτησα τις εκπτώσεις. Έγινα αυστηρός με τα θέλω μου. Αλλάζουν οι άνθρωποι ναι αλλάζουν…. Όταν τα βρίσκουν με τον εαυτό τους»

Σελ 230: «Πώς είσαι λεύτερη καημένη; Στη φυλακή σου ζεις και δεν το ξέρεις. Στη φυλακή του νου σου. Όταν θα γίνεις λεύτερη, κανείς δεν θα σου φταίει….»

Σελ 316:: «‘Ένας θάνατος μπορεί να σε λιώσει, μπορεί όμως να σου δώσει φτερά να πετάξεις. Το πώς θα τον κουλαντρίσεις εξαρτάται από σένα»

Το κουβάρι της ιστορίας μένει να το ξετυλίξουν οι αναγνώστες. Καλοτάξιδο να είναι!