Σπύρος Πετρουλάκης - Σασμός

sasmos

Γράφει η Μάγδα Παπαδημητρίου-Σαμοθράκη

«Τα φαράγγια, τα βουνά και η αλμύρα της θάλασσας είναι τα στοιχεία που σφυρηλατούν τους χαρακτήρες των ανθρώπων στη Κρήτη με αντιθέσεις της φωτιάς. Αγριάδα και μουσική, χαράδρες και κάμποι, πέτρα και χάδι, μαχαίρι και μετάξι. Αντιφάσεις που κυριαρχούν αιώνες ολόκληρους και διαμορφώνουν τον χαρακτήρα του Κρητικού»

Ο Σπύρος Πετρουλάκης στο νέο του βιβλίο «Σασμός» από τις εκδόσεις Μίνωας μας γνωρίζει μια άλλη Κρήτη. Οι περισσότεροι αγαπούμε την Κρήτη μα αν δεν ζήσουμε εκεί και δεν συμβιώσουμε με τους ανθρώπους της, δεν γνωρίζουμε τίποτε από αυτή. Όπως την Κρήτη της βεντέτας και του Σασμού. Του άγραφου νόμου του αίματος και της σιωπής. Όλοι γνωρίζουμε τις Κρητικές βεντέτες από τα πολύ παλιά χρόνια που εξακολουθούν μέχρι σήμερα να κυριαρχούν στη Κρητική γη. Η βεντέτα είναι ένας κοινωνικός κώδικας της τιμής, της προστασίας και της οικογενειακής υπόληψης. Για χάρη αυτού του άγραφου νόμου, που εκτός από την εκδίκηση για το κακό που μπορεί κάποιος να προκάλεσε, σήμαινε και την διαφύλαξη της τιμής αυτών και της οικογένειας τους. Με τις βεντέτες χάθηκαν πολλές ψυχές. Πολλοί μαυροφορέθηκαν κι άλλοι τόσοι χάθηκαν στα πέρατα της γης για να γλιτώσουν τη ζωή τους από την εκδίκηση που κοχλάζει στις Κρητικές καρδιές είτε είναι η αιτία ο έρωτας είτε οι κτηματικές διαφορές.

Ο Σπύρος Πετρουλάκης μας γνωρίζει μέσα από αυτό το δυνατό μυθιστόρημα που σου κόβει την ανάσα, που σου καίει τα χέρια μέχρι να φτάσεις στη τελευταία του σελίδα, τη κρυφή κρητική ψυχή. Αυτή που δεν θωρείς αμέσως αλλά πρέπει να τη ψάξεις στα φαράγγια και τα ορεινά χωριά της. Των Χανίων περισσότερο και του Ρεθύμνου. Μας γνωρίζει τους μεσίτες. Αυτούς δηλαδή που επιδιώκουν τον «σασμό», όπως λέγεται στην κρητική διάλεκτο, τους συμφιλιωτές. Πρόσωπα κύρους στην τοπική κοινωνία της Κρήτης που λειτουργούν και λειτουργούσαν πάντα ως πυροσβέστες για να σβήσουν την αιώνια φωτιά βάζοντας το αντίδοτο για να λήξει η βιαιότητα.

Ο αναγνώστης θα νιώσει την καρδιά του να πάλλεται διαβάζοντας το και θα τον γνωρίσει καλύτερα. Θα διακρίνει στον συγγραφέα τον συμφιλιωτή των ηρώων του που γνωρίζει καλά να διαχειρίζεται ως γνήσιος Κρητικός. Παρ’ όλα αυτά όμως σίγουρα η έρευνα ήταν απαραίτητη για να γράψει τούτο το βιβλίο. Αληθινές οι περισσότερες ιστορίες αφού η Κρήτη δεν σταμάτησε τόσα χρόνια να βιώνει τέτοιες συγκλονιστικές ιστορίες . Γεμάτο συναισθηματικά το βιβλίο με σκληρές και όμορφες σκηνές όπου η αγάπη και η θέληση για τη συνέχεια για τη ζωή, σου δίνει ελπίδα. Θα διαβάσει μαντινάδες και στίχους του Χορτάτση από την «Ερωφίλη» σε πολλά σημεία του βιβλίου. Θα μας πισωγυρίσει στον χρόνο και θα μας ταξιδέψει στο Ρέθυμνο, στα Χανιά, στην Αγιά της Λάρισας και θα μας συστήσει καθημερινούς ήρωες, ανθρώπους απλούς της διπλανής πόρτας που τους συναντάς στα χωριά της λεβεντογέννας όπως η Μαρίνα, η Αργυρώ, ο Αστέρης, ο Μαθιός, η Βασιλική, ο Μανώλης, ο Νικηφόρος, η Θεοδώρα και άλλοι πλέκουν τον ιστό του μυθιστορήματος και μας οδηγούν σε άγνωστα μονοπάτια. Με συγκίνησαν οι ήρωες του, άλλοι με θύμωσαν και αλλά μου μαλάκωσαν την ψυχή. Περηφανεύτηκα για τη Κρητική ψυχή μα και ταυτίστηκα μαζί τους. Συμπόνεσα, λυπήθηκα αλλά έδωσα συχαρίκια στην Αργυρώ και τη Μαρίνα για τη δύναμη της ψυχής τους. Σφίχτηκε η καρδιά μου με την πορεία του Νικηφόρου και τον δικαιολόγησα. Μαζεύεται το μίσος στην καρδιά κι αν κοχλάσει το καζάνι, η λάβα χύνεται και δεν μπορείς να τη κρατήσεις. Λυτρώθηκα μαζί τους και είδα τις ανθρώπινες αντοχές μέχρι που μπορεί να φτάσει η ψυχή. Μέσα από τους χαρακτήρες του Σπύρου Πετρουλάκη ανακάλυψα πιότερο τη Κρήτη που πάντα αγαπούσα.

Η γραφή του είναι γνωστή για όποιον έχει διαβάσει και τα προηγούμενα βιβλία του. Γνωρίζει πολύ καλά πού θα ταξιδέψει τον αναγνώστη με τις περιγραφές του, πού θα τον ταρακουνήσει με τη κρητική σκέψη και τη σοφία των απλών ανθρώπων και πώς θα τον λυτρώσει στο τέλος αφήνοντας πάντα ένα παράθυρο για προβληματισμό. Μέσα από τις 495 σελίδες του μας δείχνει το φως αλλά σταλαγματιά-σταλαγματιά και μας κρατά σε μια διαρκεί αγωνία. Ο συγγραφέας έχει βρει το μυστικό ανοίγοντας το σεντούκι της μνήμης του να μας ξεδιπλώνει κάθε φορά ένα καθηλωτικό μυθιστόρημα.

«…Έμεινα ακίνητος να κοιτώ την τραγωδία, νικημένος από ένα πελώριο «γιατί». «Βεντέτα, αλλιώς: οικογενειακά» έμαθα την ίδια μέρα το βράδυ. «Η βεντετα συνεχίζεται …» «Πώς τελειώνει αυτή η κατάρα;» ρώτησα. «Πρέπει να γίνει σασμός [σιαξίματα]» ήταν η απάντηση…»

Δεν θέλω να αποκαλύψω περισσότερα και δεν πρέπει. Το ταξίδι της ανάγνωσης είναι μοναχικό και ο καθένας αγγίζει τους ήρωες με τα δικά του συναισθήματα.

Καλοτάξιδο να είναι Σπύρο Πετρουλάκη και καλή ανάγνωση!

«Πού βρίσκουν όλα αυτά τα απάτητα και άγνωρα μονοπάτια μέσα τους οι άνθρωποι ώστε να μπορούν να ξεκολλάνε από πάνω τους συνήθειες που γίνονται δεύτερο δέρμα τους;»

«Ήθελε να κάνει κακό, να σκοτώσει για να λυτρωθεί. Έπρεπε να ξεπλύνει το αίμα με αίμα ώστε να καθαρίσει τη τιμή του, όπως πρόσταζε το άγραφο πρωτόκολλο που χρόνια ολόκληρα διδασκόταν δίχως λόγια, δίχως δάσκαλο και βιβλία»