Μαίρη Κόντζογλου « Ώρες κοινής ανησυχίας» - εκδόσεις Μεταίχμιο

anisixias

Η Μαίρη Κόντζογλου, μετά από τη διλογία της «Σκουριά και χρυσάφι», ιστορικά μυθιστορήματα, με τη γνώριμη λογοτεχνική γραφή της, που αγαπήθηκαν από τους αναγνώστες, έρχεται αυτή τη φορά, με διηγήματα, που έχουν θέμα, τι άλλο; την πανδημία, τον εγκλεισμό και τις συνέπειες τους. Τα ονόμασε διηγήματα κοινής ανησυχίας, κι έτσι είναι, βαθιά ανθρώπινα, ρεαλιστικά, αιχμηρά. Και ανήσυχα, όπως δηλώνει και ο τίτλος. Μας θυμίζει σκηνές που βιώσαμε, καταστάσεις περίεργες, χαρακτήρες που γνωρίσαμε στα απέναντι μπαλκόνια, στην πολυκατοικία μας, που δεν λέγαμε ούτε καλημέρα μαζί τους πολλές φορές γιατί οι καθημερινοί ρυθμοί μας ήταν έντονοι και δεν είχαμε χρόνο για περαιτέρω γνωριμίες. Κωμικοτραγικές οι περισσότερες σκηνές, αλλά τόσο οικείες

Με τον εγκλεισμό, είδαμε τη ζωή αλλιώς, κατάματα. Άλλοι έκαναν την αυτογνωσία τους, άλλοι χώρισαν από τους συντρόφους τους, άλλοι γνώρισαν τα παιδιά τους καλύτερα, οι περισσότεροι «κόλλησαν» στην οθόνη των υπολογιστών τους, περνώντας τις ώρες τους στα κοινωνικά δίκτυα, κάνοντας αιτήματα φιλίας και διαβάζοντας σχόλια. Όλα τα είχε ο εγκλεισμός. Και προ πάντων υπέρμετρη ανησυχία.

Η Μαίρη Κόντζογλου μας συστήνει τους ενοίκους δυο πολυκατοικιών στην οδό Ανεξαρτησίας. Τυχαίο το όνομα της οδού; Όχι, κάθε άλλο! Ούτε ανεξάρτητοι και προπάντων ούτε ελεύθεροι είναι οι ένοικοι των διαμερισμάτων. Άνθρωποι συνηθισμένοι, της διπλανής πόρτας που άρχισαν να παρατηρούν εξονυχιστικά τις ζωές των γειτόνων τους. Τα μπαλκόνια τους σαν να ήταν αόρατα τόσα χρόνια, ξαφνικά τα αγάπησαν, αφού ήταν η μόνη τους έξοδος στον έξω κόσμο. Είδαν το μοναχικό παιδί με το ποδήλατο, από το απέναντι μπαλκόνι, που κινιόταν με μανία σε λίγα τετραγωνικά, την παστρικιά νοικοκυρά που καθάριζε καθημερινά τα παντζούρια του μπαλκονιού, γιατί δεν είχε τι άλλο να κάνει, τον Θράσο, τον στρατηγό... Και πολλά ακόμη πρόσωπα και στιγμιότυπα καθημερινής τρέλας που θα γνωρίσετε διαβάζοντας το. Θα βρούμε τους εαυτούς μας σε αρκετές από αυτές τις μικρές ιστορίες, ίσως γελάσουμε αλλά ίσως και κλάψουμε-εγώ προσωπικά συγκλονίστηκα με το διήγημα «Χωρίς συγγνώμες». Πολλές αλήθειες θα διαβάσουμε μέσα στα διηγήματα της που πρέπει να μας βάλουν σε εγρήγορση, σε σκέψη. Τελικά τι «κέρδος» και τι κοινό είχαν αυτοί οι ήρωες της πολυκατοικίας πολυτελούς κατασκευής με τους ήρωες της απέναντι, που ήταν ρημαδιό, κατασκευής του ’60; Πώς έζησαν όλους αυτούς τους μήνες;.

Η Μαίρη Κόντζογλου με ξάφνιασε με τη γραφή της. Με τις ορολογίες που χρησιμοποιούσε σε κάποια διηγήματα. Διαφορετικά εκφράστηκε όταν μιλούσε ο στρατηγός, αλλιώς ο νέος κι αλλιώς η παστρικιά Θοδώρα, αλλιώς ο Γιάννης και η Χαρά.

Αλλά μας μίλησε και για την ορολογία της καραντίνας, που μας την πέρασαν από τα ΜΜΕ στο υποσυνείδητο τόσο έντεχνα, ώστε πολλές Αγγλικές λέξεις να γίνουν κομμάτι της γλώσσας μας. Κι ας χτυπιόταν ο Μπαμπινιώτης να βρίσκει ελληνικές λέξεις για να τις αντικαταστήσουμε. Μάταια! Η συγγραφέας έβαλε αυτές τις greeklish λέξεις, στην καθομιλουμένη γλώσσα των πρωταγωνιστών μας, τόσο καλά ώστε να γίνει το βιβλίο πολύ άμεσο και επίκαιρο. Σίγουρα η καραντίνα μας άφησε τα σημάδια της, τη νέα εποχή του μέλλοντος που θ’ ακολουθήσει. Όπως διαδικτυακές αγορές, πληρωμές, εκπαίδευση. Ανακάλυψε νέες λέξεις που ίσως τις δούμε σε λίγες μέρες και τις υποδεχτούμε χωρίς αντίδραση. Τη θαύμασα γι αυτή της ικανότητα. Μας απέδειξε ότι μια καλή συγγραφέας μπορεί να είναι το ίδιο άξια, σ’ όλα τα είδη γραφής.

Της εύχομαι να είναι καλοτάξιδο. Οι αναγνώστες θα το αγαπήσουν. Αλλά και για τον ιστορικό του μέλλοντος θα σταθεί εργαλείο ώστε να κατανοήσει μετά από χρόνια, πώς σκέφτονταν οι κάτοικοι της οποιαδήποτε οδού Ανεξαρτησίας.

«Μια βόλτα. Μόνο που ήθελα ένα χέρι, ξέχασα πως είναι να περπατάς στον δρόμο με άλλον μαζί..»