“Με το που γυρίζει από τα μακρινά ξένα ο Κωνσταντίνος Ντούλας ξορκίζεται να εκτελέσει την τελευταία επιθυμία του νεκρού πατέρα του. Πριν από μερικά χρόνια οι τρεις αδερφές του είχαν θυσιαστεί για να στεριώσουν τρία ονομαστά γεφύρια: του Δούναβη, του Ευφράτη και της Άρτας. Ο πατέρας του δεν θα βρει αναπαμό, αν ο Κωνσταντίνος δεν πάει στα τρία γεφύρια για να φέρει από εκεί λίγο ασβέστη και λίγο χώμα.
Ο δρόμος του απ’ την Ήπειρο ως τη Μεσοποταμία και τις παραδουνάβιες χώρες είναι στρωμένος με περιπέτειες και κινδύνους. Πειρατές, δουλέμποροι, θεομπαίχτες καλόγεροι, αιχμαλωσίες, καμηλιέρηδες, περιστασιακοί έρωτες, ληστές, βεδουίνοι, ιεροφάντες, σύντομες μα βαθιές φιλίες, μάγοι, φοβισμένα στόματα, αδυσώπητες αναμετρήσεις, δερβίσηδες, ανατολίτικη λαγνεία, σκοτεινές ιεροτελεστίες, τεκέδες, απαγωγές, αφιλόξενες στέπες και μέσα σ’ όλα μια αγάπη αναμμένο κάρβουνο κάτω απ’ τη στάχτη
Ακόμα όμως κι αν καταφέρει να γλιτώσει και γυρίσει πίσω στη μικρή πατρίδα του, τον περιμένουν ο δήμιος για ένα έγκλημα που διαπράχτηκε τη μέρα της αναχώρησής του, ο προδότης της παιδικής φιλίας, η μάνα στην άκρη του γκρεμού κι η αρραβωνιαστικιά του ριγμένη ανάμεσα σε σφυρί και αμόνι”.
“Στο δρόμο των Αρωμάτων” λοιπόν πορευόμαστε νοερά με οδηγό τη πένα του συγγραφέα Μάνθου Σκαργιώτη. Είναι από τα πολύ λίγα βιβλία, μετρημένα στα δάχτυλα ενός χεριού που διάβασα και αισθάνθηκα δύσκολα για να σας το παρουσιάσω μα από την άλλη ήθελα να το γνωρίσετε διαβάζοντας το . Άρχισα να υπογραμμίζω τα σημεία που ήθελα να σας επισημάνω μα όσο διάβαζα διαπίστωνα ότι ο θησαυρός της γλώσσας, των τόπων και της ιστορίας που ξετυλίγεται μπροστά μου δεν είχαν τέλος. Πόσες σελίδες αλήθεια θα μπορούσα να γεμίσω: Μα τα μεγάλα άρθρα κουράζουν τον αναγνώστη και το προσπερνά. Μια παρουσίαση είναι απλά το ερέθισμα προς τον αναγνώστη για να πάει στο βιβλιοπωλείο και να το αναζητήσει. Να το ψηλαφίσει, να χαρεί το ωραίο εξώφυλλο που σχεδίασαν οι εκδόσεις Διόπτρα και μας ταξιδεύει σε μια άλλη εποχή.
Ο Μάνθος Σκαργιώτης με το βιβλίο του ισορροπεί σε μια εποχή που βρίσκεται στο μεταίχμιο της ιστορίας από τον μύθο. Βρίσκουμε πολλά σημεία σαν να είναι βγαλμένα από δημοτικό τραγούδι, ενώ αναφορά γίνεται και στην αρχαία Ελλάδα.
Ο αναγνώστης βαδίζει στους δρόμους του Ευριπίδη και του Μεγαλέξανδρου. Νιώθει πως περπατά πιο πολύ πάνω στους στίχους «Του νεκρού αδελφού» και «Του γιοφυριού της Άρτας», που μοιάζουν σαν δρόμοι άλλοτε ελεύθεροι κι άλλοτε απρόσιτοι, και γεμάτοι με πόνους, φόβους κι ελπίδες. Η εναλλαγή από το τρίτο στο πρώτο πρόσωπο η ντοπιολαλιά, η αμεσότητα των περιγραφών του, οι ιστορικές γνώσεις που παραθέτει, το ταξίδι στις θάλασσες, τα ποτάμια, τα βουνά, τις πόλεις και τα χωριά καθιστά την ανάγνωση απολαυστική . Από τις σελίδες του παρελαύνουν συμβολισμοί, δραματικές ανατροπές και δεισιδαιμονίες που κεντρίζουν τη φαντασία του αναγνώστη. Διαβάζοντας το καταλαβαίνει τη σοβαρή μελέτη που έχει γίνει πάνω στην ιστορία και τη λαογραφία των Βαλκανίων και της Ανατολίας δίνοντας συγκλονιστικό βάθος στην αφήγηση με τις περιγραφές όχι μόνο των σημαντικών γεγονότων, αλλά και της καθημερινότητας των ανθρώπων.
Ο αναγνώστης βλέπει τον ήρωα να δοκιμάζεται μέσα σ’ αυτή την ατέλειωτη θύελλα απειλής και του τρόμου, να αγωνίζεται να βγει απ’ το σκοτάδι και να νικά. Η πίστη είναι η κινητήρια δύναμη . Μας δείχνει πώς όταν πιστεύουμε στις δυνατότητές μας, όσο αντίξοες και αν είναι οι συνθήκες, θα βρούμε τον τρόπο να ξεπεράσουμε κάθε δυσκολία! Ο Ντούλας είναι η προσωποποίηση της γενναιότητας, της πίστης, της αυταπάρνησης μπροστά στο ιερό καθήκον που η μοίρα του έχει αναθέσει. Δεν δειλιάζει να ξεκινήσει ένα περιπετειώδες ταξίδι προς το άγνωστο, γνωρίζοντας ότι οι κίνδυνοι που πρόκειται να αντιμετωπίσει ίσως δεν του επιτρέψουν καν να φέρει εις πέρας την αποστολή.
«Άμα ποθείς κάτι, μήτε στοιχειό μήτε άνθρωπος μπορεί να σου κόψει τη στράτα. Κι ο Θεός ο ίδιος να στήσει φράχτη μπροστά σου, θε να βρεις τρόπο να τονε δρασκελίσεις»
Ο αναγνώστης ακόμη θα ανατριχιάσει μπροστά στις φρικιαστικές λεπτομέρειες των εγκλημάτων που βλέπει να διαπράττονται μπροστά στα μάτια του, φέρνοντας τον σε δύσκολη θέση, αφού τον φέρνει σε δίλημμα αν η φαντασία και μόνο του συγγραφέα είναι αυτή που πλάθει τέτοιες σκηνές ή αν πράγματι γινόντουσαν αυτά τα πράγματα. Αυτό το βλέπουμε σε πολλά σημεία του βιβλίου. Περισσότερο στη σκηνή που βλέπουμε ένα κρεοπώλη στις χώρες της Ανατολής που τον βασάνισαν επειδή έκλεβε σε δράμια τους πελάτες του.
Θα σας αναφέρω δυο παραγράφους που μου άρεσαν πολύ μα και με ταρακούνησαν. Λόγια που άκουσε ο Ντούλας από τους ανθρώπους που βρήκε στα μέρη της Ανατολής για την ελληνική φυλή. Όπως:
“Κι όποτε γονατίζετε, δε γονατίζετε από ταπεινοσύνη , αλλά για να ιδείτε αποκεί χαμηλά πόσο ψηλά φτάνει το μπόι σας..... Εύκολα γένεστε αετοί εύκολα και σαύρες. Κλέβετε με το δεξί χέρι και γυρίζετε με το ζερβό τα κλεμμένα ως ευεργέτες”.
Και συνεχίζει : “Χμ.... Και λεύτερη να είναι η πατρίδα σας, όσο μένετε μέσα της ούτε την ηξεύρετε ούτε την πονείτε. Άμα ξεπορτίσετε και μισέψετε μόνο τότες τη νιώθετε, αλλά και πάλι άγνωστη σας μένει. Τη νιώθετε μόνο σαν τον χτύπο της φλέβας σας .Γι αυτό και δε θα γεράσετε ποτές”
Κλείνοντας το βιβλίο έφερα τον Ντούλα και την Αερινή στον νου μου. Σκέφτηκα τους συμβολισμούς ή τα μηνύματα που θέλει να μας φανερώσει ο συγγραφέας μέσα από τους χαρακτήρες και τα πρόσωπα τους. Σίγουρα ο ρόλος τους είναι σημαντικός σχετικά με τον Ελληνισμό και την χώρα μας. Αφήνω σε σας την απάντηση.
Ο Μάνθος Σκαργιώτης γεννήθηκε στο χωριό Μονολίθι Ιωαννίνων το 1952. Σπούδασε φιλολογία. Ζει στην Αθήνα. Έχει εκδώσει επτά μυθιστορήματα και δυο ποιητικές συλλογές. Ποιήματά του περιλαμβάνονται σε ανθολογίες. Δημοσίευσε εισαγωγικές μελέτες για έργα του Κ. Θεοτόκη, του Κ. Κρυστάλλη και του Γιώργου Κοτζιούλα, καθώς και πορτρέτα ηπειρωτών δημιουργών. Αφηγήματά του είναι δημοσιευμένα σε εφημερίδες και περιοδικά, ενώ ποιήματά του έχουν μεταφραστεί στα ιταλικά.
Η εργογραφία του: Το λαθραίο (Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη 1991), Ουδέτερη Ζώνη (Κέδρος, Αθήνα 1995), Η αλάνα με τις ακονόπετρες (Δωρικός, Αθήνα 1995), Δώδεκα μήνες, δεκατρία φεγγάρια Εμπειρία Εκδοτική, Αθήνα 2001, Το παρελθόν επιστρέφει από τον άλλο δρόμο (Εμπειρία Εκδοτική, Αθήνα 2004), Ένα κλειδί, τρεις πόρτες (Μεταίχμιο, Αθήνα 2009).