Δεν είχα διαβάσει τον «Κλεμμένο Χρόνο» ούτε ξέρω ποιες επιπλέον προσθήκες έκανε η συγγραφέας επανεκδίδοντας το βιβλίο «Μαριάνθη-Η σιωπή της προδοσίας». Το απόλαυσα ως νέο βιβλίο με ωραίο εξώφυλλο, επιμελημένο από τις εκδόσεις ΕΞΗ.
Και τα τρία της βιβλία κινούνται γύρω από την Χίο, το νησί καταγωγής της συγγραφέως. Ιστορίες από την Καλλιμασιά που ξεπηδούν μέσα από τον χρόνο. Αναμνήσεις μιας άλλης εποχής, νοοτροπίες μιας κλειστής πουριτανικής κοινωνίας που όλα περνούν από το μικροσκόπιο και δεν γίνεται τίποτε χωρίς τον τελικό λόγο του πατέρα και άντρα-αφέντη. Το βιβλίο που αριθμεί 535 σελίδες το διάβασα μέσα σε τρείς ημέρες.
Mε κέντριζε η περιέργεια να δω μέχρι που θα το «τραβήξει» η συγγραφέας. Πόσο πολύ θέλει να ψυχογραφήσει τους ήρωες της, περισσότερο την Μαριάνθη που είναι το κεντρικό πρόσωπο της ιστορίας. Ακόμη σε πόσες σελίδες η αγωνία του αναγνώστη θα παραμείνει στο ζενίθ. Μας γνωρίζει τη Χίο, τα ήθη και έθιμα μα και την ντοπιολαλιά της. Μας καλεί στη Χίο μέσα από τα ιστορικά γεγονότα της ταλαιπωρημένης Ελλάδας. Τους πολέμους, τη προσφυγιά και τη μετανάστευση. Μας περνά απέναντι στη Κάτω Παναγιά της Μικράς Ασίας-πατρίδα της Μαριάνθης-συνεχίζει στη Κύπρο, τη Παλαιστίνη και περνά στην Αίγυπτο βάζοντας ιστορικά στοιχεία που αφορούν τον αγώνα των Ελλήνων στη Μ. Ανατολή στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Μας γυρνά πίσω στη Χίο με τέλος του πολέμου με ότι δυσάρεστο ή ευχάριστο μπορεί να ακολουθεί. Μας συστήνει την Μαριάνθη που γεννήθηκε στην Κάτω Παναγιά της Μικράς Ασίας στις αρχές του προηγούμενου αιώνα. Που έμεινε ορφανή από πατέρα όταν ήταν πέντε χρόνων και η μητέρα της αναγκάστηκε να τη δώσει για υιοθεσία. Που η μοίρα της χαμογέλασε κι έζησε όμορφα παιδικά χρόνια σαν παραμύθι που κάποτε τελείωσε. Που από μικρή έμαθε να υπακούει και να βαδίζει στους δρόμους που της χάραξαν, χωρίς να τη ρωτήσουν αν μπορούσε να τους περπατήσει. Μια Μαριάνθη που υποχρεώθηκε να παλεύει, να προσπαθεί, να αγωνίζεται στραγγίζοντας την καρδιά της, πνίγοντας τα αισθήματα που ταρακουνούσαν συθέμελα την ύπαρξή της. Και ήρθε η σκληρή πραγματικότητα. Ένας γάμος που ποτέ δεν θέλησε, μ' έναν άντρα που ποτέ δεν αγάπησε. Με τις τόσο δύσκολες ιστορικές συγκυρίες να μην αφήνουν περιθώριο για κανένα λάθος. Για την Μαριάνθη, πρώτα από όλα υπήρχε το καθήκον της μάνας. Ο λίγος κλεμμένος χρόνος για τον εαυτό της παρέμεινε κλεισμένος σαν θησαυρός στο μπαούλο της μνήμης της.
Γεμάτο το βιβλίο από δυνατές σκηνές. Όπως όταν τα παιδιά ρίχνουν πέτρες στον μεθύστακα Μαθιό, του πατέρα της Αγγελικής που καθορίζει τη μετέπειτα ζωή της, Κανείς δεν την θέλει εκτός της Μαριάνθης που την αγκαλιάζει και τη προστατεύει. Ακόμη η σκηνή την ώρα που βουλιάζει το πλοίο και η Μαριάνθη ψάχνει τα παιδιά της στη θάλασσα, ή όταν βρίσκει την Αγγελική που την θρηνεί κόβοντας τα μαλλιά της και τη πενθεί. Της ζητά να προστατεύσει την κόρη της τη Μαρκέλλα που την χάνει στα παγωμένα νερά. Η Μαριάνθη δείχνει μια ανωτερότητα, ένα ήθος που σπάνια το συναντούμε σήμερα. Η Αγγελική μοιράζεται τον ίδιο άντρα μα δεν την κάκισε ποτέ της.“Συγχώρεσε μας Αγγελική. Συγχώρεσε όλους για το κακό που σου κάναμε. .Θύμα και εσύ όπως όλοι μας, ενός ανεξήγητου πείσματος, μιας αδικαιολόγητης άρνησης....Πάντα ήταν δικός σου Αγγελική.......”.
Θύμωσα με την Πλουμού, τη μάνα του Πανάγου που κατέστρεψε τα παιδιά της, ζωές ολάκερες προκειμένου να βουτήξει στην περιουσία του Χατζή-Παναγή. Μια γυναίκα που τράβηξε τα ίδια όπως όλες οι γυναίκες της εποχής φέρθηκε με τον χειρότερο τρόπο στην Αγγελική, τον έρωτα του γιου της. “Το πράγμα δεν πάει άλλο. Αν μείνεις εδώ θα σε κουκουλώσουν χωρίς να το καταλάβεις. Θα χαραμίσεις τη ζωή σου μ' αυτό το απολειφάδι. Γυναίκα που πήγες και διάλεξες....” ή “Ο άντρας είναι κυνηγός. Άμα περνούν πουλιά από μπροστά του, σίγουρα θα τα κυνηγήσει .Έτσι τα έπλασε ο Θεός. Γι αυτό οι κόρες όσο λιγότερο περνούν μπροστά από τους κυνηγάρηδες, τόσο το καλύτερο” Για την προσφυγιά και τον ξεριζωμό μας ταράζει λέγοντας “Τη βλέπω και παρηγοριέμαι. Ώρες-ώρες νομίζω πως βρίσκομαι στα άγια χώματα της πατρίδας. Όταν συνέρχομαι από το όνειρο, νιώθω να καταρρέω. Δεν μπορώ να δεχτώ πώς δεν θα τη ξαναδώ. Φεύγοντας πήρα ένα σακουλάκι αγιασμένο χώμα......Δύσκολος ο ξεριζωμός...” Μου άρεσε η Μαριάνθη, τη θαύμασα για τη δύναμη που απέκτησε στα δύσκολα χρόνια, το πώς μεγάλωσε τα παιδιά της, που ανέλαβε το ρίσκο να πάει στην άλλη άκρη του κόσμου, που δούλεψε για να ορθοποδήσει. Έσφιξε τη γροθιά και είπε : “Δεν έχω πια πολυτέλεια να επιλέγω. Δεν ζούμε σε συνηθισμένους καιρούς. Οι καιροί άλλαξαν. Αν δεν αλλάξουμε εμείς, θα μας πάρει από κάτω και θα μας διαλύσει....Όλα ανατρέπονται γύρω μας, αξίες, οικογένειες, πολιτισμοί ......”Κατάλαβε έστω και αργά, μετά από τόσες θυσίες για το μεγάλωμα των παιδιών της ότι άφησε τη ζωή της ως γυναίκα να χαθεί ως αεράκι “Τα παιδιά είναι αυτόνομες υπάρξεις με δικά τους θέλω και μπορώ. Δεν είναι δικά μας δεκανίκια για να εκπληρώνουν δικές μας ανάγκες και ανεκπλήρωτες προσδοκίες.”Θα κλείσω με τούτη τη παράγραφο που μου άρεσε πολύ και μου δίνει το δικαίωμα να χαρακτηρίσω τούτο το βιβλίο αξιόλογο για όλες τις αναγνώστριες να βυθιστούν στις σελίδες του. “Η Γυναίκα γεννιέται με τη μήτρα, ευλογία και κατάρα μαζί. Ευλογία γιατί της χαρίζει την μοναδικότητα να αισθάνεται να μεγαλώνουν μέσα της τα παιδιά της....να πονάει για τα γεννήσει. Κατάρα γιατί από τη στιγμή που θα τα φέρει στον κόσμο παύει να είναι ανεξάρτητη....” Η Ελένη Συράκη μέσα από ψήγματα της πραγματικότητας ανέσυρε στο φως μια άλλη άγνωστη εποχή στους αναγνώστες της. Με τη γραφή της μας έδωσε το εισιτήριο να ταξιδέψουμε και να προβληματιστούμε ώστε να μην επαναληφθεί η ιστορία. Ως αναγνώστες να μάθουμε να διαβάζουμε και να προβληματιζόμαστε, να διεισδύουμε βαθύτερα στα νοήματα γιατί μόνο με την ουσιαστική ανάγνωση θα υπερπηδήσουμε προσωπικές και όχι μόνο καταστάσεις.
Το Bookia εύχεται να είναι καλοτάξιδο.