Άννη Παπαθεοδώρου, μιλάει στην Μάγδα Παπαδημητρίου για την «Ευτοπία»

anni papatheodorou

Ευτοπία ή Ουτοπία; Όπως και να λέγεται ή εσείς θέλετε όταν τη διαβάσετε, η Τριλογία της συγγραφέως Άννης Παπαθεοδώρου«Ευτοπία», μου άρεσε πάρα πολύ. Βρήκα πολλά κοινά μαζί της. Σκέψεις και συναισθήματα που ένιωσα διαβάζοντας την με συγκλόνισαν κι ένιωσα πως ήμουν κομμάτι της. Ανήκει στην πολιτική φαντασία που όμως μπορεί να γίνει πραγματικότητα. Θαρρείς πως περπάτησα μαζί της σε όλους τους τόπους. Την αναζήτησα και μιλήσαμε και οι ερωτήσεις ερχόταν απανωτές. Δεν ξέρω αν κατάφερα να σας βάλω στο πνεύμα της Ευτοπίας με τις ερωτήσεις ή σας έδειξα τον δρόμο ώστε να ζήσετε με τη σειρά σας το ταξίδι που έζησαν οι ήρωες της. Εγώ απόλαυσα και το ταξίδι αλλά και την κουβέντα μαζί της.

Κυρία Άννη Παπαθεοδώρου ευχαριστώ που παραχωρείτε συνέντευξη στο Bookia. Ποια ήταν η ανάγκη που γράψατε την «Ευτοπία»;

Εγώ σας ευχαριστώ που μου δίνετε αυτήν την ευκαιρία, να μιλήσω για την Ευτοπία σε ένα τόσο αναγνωρισμένο κοινωνικό δίκτυο όπως το Bookia, με τόσο ευρύ, ιδιαίτερο αλλά και ενδιαφέρον κοινό. Η «Ευτοπία» προέκυψε μεσούσης της κρίσης. Όταν ξεκίνησα να τη γράφω, ξεκίνησα περισσότερο με σκοπό την εκτόνωση του θυμού που ένοιωθα για όσα συνέβαιναν γύρω μου: φτώχεια, ανεργία, άνθρωποι να ψάχνουν στα σκουπίδια, αυτοκτονίες. Έχω σπουδάσει οικονομικά και δούλεψα πολλά χρόνια σε τράπεζα και έτσι είχα άποψη για όλα αυτά. Επιπλέον, προσπαθούσα να σκεφτώ που αυτή η κρίση μπορεί να μας οδηγήσει. Αυτήν την άποψη και την ιδέα για το μετά θέλησα να την καταγράψω και έτσι γεννήθηκε η Ευτοπία. Μόνο αφού τελείωσα το πρώτο βιβλίο και το διάβασα από την αρχή, σκέφτηκα πως μάλλον θα έπρεπε να μοιραστώ τις σκέψεις μου με περισσότερο κόσμο και αποφάσισα να προχωρήσω στην έκδοσή του στο οποίο βρήκα συνοδοιπόρο την «Άνεμος Εκδοτική».

Γιατί Τριλογία αφού είναι ένα πολύ δύσκολο τόλμημα και τι μπορεί να κερδίσει ο αναγνώστης διαβάζοντας το;

Δεν ξεκίνησε για να είναι τριλογία. Και πραγματικά στην πορεία διαπίστωσα πως αυτό είναι δύσκολο τόλμημα, όπως ακριβώς λέτε, πολύ δε περισσότερο αφού τελειώνοντας το πρώτο βιβλίο δεν είχα ιδέα για το τι θα ακολουθήσει ή για το πως θα συνεχιστεί. Όταν όμως ολοκληρώθηκε το πρώτο βιβλίο, αισθάνθηκα πως δεν μπορούσα να βγω από τον κόσμο της Ευτοπίας, πως δεν είχα τελειώσει μαζί της. Ο κόσμος που είχα χτίσει, οι δύο κόσμοι για την ακρίβεια, έπρεπε να προχωρήσουν και να ολοκληρωθούν. Η πάλη ανάμεσά τους έπρεπε να τελειώσει. Έπρεπε να έρθει η κάθαρση. Το τι θα κερδίσει ο αναγνώστης διαβάζοντάς το, φοβάμαι πως δεν μπορώ να το πω, γιατί αυτό εξαρτάται από τον κάθε μεμονωμένο αναγνώστη. Άλλος μπορεί να δει τη σημερινή πραγματικότητα διαφορετικά, άλλος μπορεί να προβληματιστεί για το μέλλον, άλλος μπορεί να ανησυχήσει, άλλος μπορεί να βρει ένα όραμα ή μια ελπίδα, άλλος μπορεί να ταξιδέψει σε ένα πιθανό ή απίθανο μέλλον, άλλος να ταυτιστεί με κάποιον ήρωα ή με κάποια κατάσταση. Η δική μου πρόθεση πάντως ήταν να μοιραστώ τις σκέψεις μου και τους προβληματισμούς μου αλλά και την πίστη μου στην ενότητα, στη σύμπνοια και στην αδελφότητα των ανθρώπων και τις ελπίδες μου και τα οράματά μου.

Στα χρόνια του Μανιφέστου, της επανάστασης και του Νέου κόσμου. Τρία βιβλία με τετρακόσιες και πλέον σελίδες το καθένα. Ήρωες της διπλανής πόρτας οι περισσότεροι που ζουν την καθημερινότητα τους μέσα από τον φόβο. Μπορούμε να συγκρίνουμε τα χρόνια της οικονομικής κρίσης με το Μανιφέστο;

Το Μανιφέστο του βιβλίου είναι ο φόβος. Αυτός ο ίδιος φόβος που βιώνουμε όλοι σήμερα. Ο ανεξέλεγκτος φόβος για όλους και όλα: για την οικονομική κρίση, για την ανεργία, για τη φτώχεια, για τη βία, την τρομοκρατία, την εγκληματικότητα, τους μετανάστες και τώρα μας προστέθηκε και ο κορονοϊός! Το Μανιφέστο του βιβλίου είναι η συνέχεια της οικονομικής κρίσης που ζούμε την τελευταία δεκαετία. Όλα τα στοιχεία από τα οποία ξεκινάει δεν είναι τίποτα άλλο από την απεικόνιση της σημερινής πραγματικότητας και της προβολής της στο μέλλον. Το Μανιφέστο είναι απλά η ακραία μορφή της κρίσης, εκεί που φαίνεται να οδηγούμαστε τελικά, μετά και από όλες τις νεότερες εξελίξεις. Γι’ αυτόν τον λόγο και η Ευτοπία θεωρείται από πολλούς αναγνώστες ως προφητική, αφού όλοι βλέπουν σ' αυτήν αυτά που καθημερινά βιώνουν. Στην πραγματικότητα δεν πρόκειται για προφητεία, αλλά για προβολή στο μέλλον της σημερινής ή της χθεσινής πραγματικότητας.

Πού βρίσκεται η ατομική ευθύνη και αν πιστεύετε ή είχατε πρόθεση και την ελπίδα όταν το ξεκινήσατε ότι θα βάλετε το λιθαράκι της αφύπνισης του λαού. Όχι μόνο της χώρας μας αλλά και παγκόσμια.

Η ατομική ευθύνη ίσως έχει παρεξηγηθεί στις μέρες μας. Θα μπορούσε ίσως να γραφτεί βιβλίο για την ατομική ευθύνη -πολλά βιβλία μάλλον. Η ατομική ευθύνη κατά την άποψή μου βρίσκεται σε όλα εκείνα τα μικρά πράγματα που περνάνε από το χέρι του κάθε ενός ανθρώπου. Είναι ατομική ευθύνη να μην πετάμε τα σκουπίδια κάτω, όμως αυτό δεν απαλλάσσει την πολιτεία από την ευθύνη της για τη συνολική αποκομιδή των σκουπιδιών. Επιπλέον, πολλές ατομικές ευθύνες όταν ενωθούν δημιουργούν μια συλλογική ευθύνη. Υπ’ αυτήν την έννοια, όλοι έχουμε ένα μικρό κομματάκι ευθύνης σε όλα. Γιατί μας αφορούν όλα. Αν, για παράδειγμα, δεν πολεμήσουμε τη μικρή έστω αδικία που γίνεται στον διπλανό μας και όχι σε μας, όταν αυτή φτάσει στην πόρτα μας, κανείς άλλος δε θα μας συντρέξει. Κάθε τι μικρό κακό που έστω δε μας αφορά και που το αφήνουμε χωρίς να το πολεμήσουμε, εύκολα γιγαντώνεται και μπορεί να μας καταπιεί όλους. Η ατομική ευθύνη τελικά βρίσκεται στο να νοιαζόμαστε για τους άλλους και όχι μόνο για τον εαυτό μας. Παρότι η πρόθεσή μου όταν ξεκίνησα να γράφω ήταν απλά να μεταφέρω τους προβληματισμούς μου και την αγωνία μου για το μέλλον στο χαρτί, τελικά ελπίζω η Ευτοπία να είναι ένα μικρό λιθαράκι στη γενική υπόθεση για μια καλύτερη ζωή και για τη γέννηση ενός νέου κόσμου.

Όταν ήμασταν παιδιά βλέπαμε ταινίες ή σήριαλ όπως τον Kit,το αυτοκίνητο που μιλά και κατευθύνει τον οδηγό, τελείως φανταστικό κι ότι εμείς δεν θα το προλάβουμε ή δε θα γίνει ποτέ. Κι όμως, έγινε. Πόσο μακριά είναι το 2057 κι αν πιστεύετε ότι ο κόσμος θα ζήσει την Ευτοπία του.

Το 2057 δυστυχώς κατά τη γνώμη μου είναι δίπλα μας, για να μην πω πως είναι τώρα. Ζούμε ήδη μια δυστοπία και μάλιστα σε παγκόσμιο επίπεδο. Πρέπει να σκεφτούμε, πρέπει να αποφασίσουμε αν θέλουμε να συνεχίσουμε έτσι και κυρίως πρέπει να αγωνιστούμε και να πολεμήσουμε. Η Ευτοπία -όπως και στο βιβλίο- δε χαρίζεται. Τίποτα δε χαρίζεται στη ζωή. Για όλα χρειάζεται αγώνας και προσπάθεια και φυσικά καθαρή και άδολη σκέψη. Από τον κόσμο εξαρτάται αν θα ζήσει την Ευτοπία του. Εύχομαι να παλέψει γι’ αυτήν -γιατί αυτό είναι το κλειδί για την πόρτα της- και τελικά να τη ζήσει.

Στη σελίδα 29, στα χρόνια της Επανάστασης, λέει ο αγαπημένος Λουκάς πως «κατ’ ευφημισμό είμαστε ελεύθεροι». Το πιστεύουμε αλλά δεν είμαστε. Μας ελέγχουν κι αυτό το ζούμε. Όπως ότι αποφασίζουν οι άλλοι κι όχι εμείς που εκλέγουμε. Δεν υπάρχει άμεση Δημοκρατία. Πιστεύετε ότι ο παγκόσμιος λαός, του «αναπτυσσόμενου» κόσμου θα μπορούν να ζήσουν την Ευτοπία τους όπως τη δημιούργησαν οι άνθρωποι της;

Ελευθερία είναι μια πολύ μεγάλη κουβέντα. Ήδη η ελευθερία του κάθε ανθρώπου περιορίζεται ή ορίζεται από το περιβάλλον που γεννιέται, τη χώρα, την οικονομική κατάσταση της χώρας και των γεννητόρων του, την πολιτική κατάσταση αλλά και την πολιτιστική κατάσταση και το σύστημα αξιών που υπάρχει τη δεδομένη στιγμή. Αυτά είναι τα όρια μέσα στα οποία μπορούμε να αναπτύξουμε την ελεύθερη δράση μας. Πόσο ελεύθερο είναι το παιδάκι που γεννιέται στην Υεμένη και είναι αμφίβολο αν θα επιβιώσει της παιδικής ηλικίας; Έχει την ίδια ελευθερία να ακολουθήσει τα ταλέντα του με το παιδί που γεννιέται στην Ευρώπη από γονείς πλούσιους; Η ανισότητα αυτή δεν υπάρχει στον κόσμο της Ευτοπίας γιατί οι άνθρωποι εκεί έχουν καταργήσει τα πράγματα που δημιουργούν την ανισότητα: την εξουσία και το χρήμα.

Βλέπουμε πως το Μανιφέστο έχει χωρίσει τις χώρες σε βιομηχανικές, αστικές, αγροτικές και τουριστικές. Να έρθουμε στη χώρα μας που έχει ενταχθεί στις τουριστικές. Τα τελευταία χρόνια έχουμε γίνει τα γκαρσόνια της Ευρώπης και του κόσμου. Η πρωτογενής παραγωγή δεν είναι όπως θα την επιθυμούσαμε αφού οι εντολές για ξήλωμα ελιάς, αμπελιών αλλά και για καταστροφή των καϊκιών αντικαταστάθηκαν με επιδοτήσεις. Γιατί δεν μπορούμε να αντισταθούμε;

Δεν μπορούμε να αντισταθούμε γιατί δεν αποφασίζουμε εμείς. Έχουμε αφήσει τον προγραμματισμό και τον έλεγχο της οικονομίας και της ζωής μας σε άλλους. Και αφού το κάναμε αυτό είμαστε υποχρεωμένοι να ακολουθούμε τις επιταγές τους. Η αντίσταση σ' αυτό, όπως η κάθε αντίσταση, ξεκινάει από τη συνειδητοποίηση του λάθους και από την πεποίθηση πως αυτό είναι δυνατόν να διορθωθεί. Έχουμε πειστεί -λάθος κατά τη γνώμη μου- πως αυτό δεν μπορεί να γίνει. Αυτό είναι το πρόβλημά μας. Και αυτό θέλει πολλή δουλειά.

Οι ήρωες σας υπέροχοι, δυναμικοί ευαίσθητοι, που αντιστάθηκαν και πολέμησαν για ένα καλύτερο αύριο για τα παιδιά τους. Ακόμη βάζετε ήρωες που θα μπορούσαν να βολευτούν και να ζήσουν πλουσιοπάροχα αφού οι γονείς τους είναι στην υψηλή ιεραρχία του Μανιφέστου, όπως πρωθυπουργοί και υπουργοί. Κι αυτούς τους θαύμασα περισσότερο. Στην πραγματικότητα όμως; Πιστεύετε ότι οι επαναστάσεις ξεκινούν από τους μορφωμένους ή τον απλό λαό που δεν αντέχει άλλο;

Οι επαναστάσεις πραγματοποιούνται από τον λαό που δεν αντέχει άλλο, όμως ξεκινούν από εκείνους που έχουν τη δυνατότητα να οδηγήσουν τον λαό. Καμία επανάσταση παγκοσμίως δεν έχει ξεκινήσει από αμόρφωτους και φτωχούς πλην ίσως από εκείνην του Σπάρτακου που πνίγηκε και στο αίμα. Συνήθως χρειάζονται άνθρωποι φωτισμένοι, με την έννοια της γνώσης και του ενδιαφέροντος για τους άλλους ανθρώπους, άνθρωποι που νοιάζονται για τον κόσμο, άνθρωποι αγνοί και ιδεολόγοι. Η γνώση είναι ένα όπλο που μαζί με τις ιδέες γίνεται παντοδύναμο.

Φυλακίζονται οι ιδέες; Μπορεί η ιστορία των λαών να σβήσει; Μήπως υπόγεια η καθημερινότητα του Μανιφέστου έχει αρχίσει να υφίσταται;

Οι ιδέες δε φυλακίζονται. Πολεμούνται όμως. Και συνήθως πολεμούνται με άλλες ιδέες, αντίθετες. Το ίδιο γίνεται και με τη μνήμη. Ας πάρουμε για παράδειγμα, δε θα σας πω κάτι μακρινό, το Πολυτεχνείο. Πόσοι νέοι σήμερα, σχεδόν 50 χρόνια μετά, ξέρουν ή αντιλαμβάνονται τι σήμαινε η εξέγερση του Πολυτεχνείου; Αν το κομμάτι αυτό της ιστορίας διαγραφεί, αν οι παλαιότεροι που το θυμούνται πάψουν να το μεταδίδουν στους νεότερους, αυτό θα σβηστεί από τη συλλογική μνήμη. Και τότε δε θα υπάρχει πια ιστορία και τίποτα δε θα διδασκόμαστε από αυτήν. Ναι, κατά τη γνώμη μου η σημερινή καθημερινότητα είναι ένα Μανιφέστο στα σπάργανα.

Στη διάρκεια της ιστορίας μας, και το 1944 που τελείωσε ο πόλεμος και το ΕΑΜ δεν τιμώρησε τους Έλληνες δοσίλογους αλλά και μετά τη χούντα, οι υπαίτιοι γλίτωσαν. Οι πρώτοι έφυγαν στη Γερμανία ζώντας πλουσιοπάροχα, οι δε, δεν τιμωρήθηκαν όπως τους άξιζε. Στο τρίτο βιβλίο της τριλογίας σας στη δημιουργία του Νέου κόσμου πάλι στείλατε εξορία τους πρώτους της ιεραρχίας κι όχι όσους έπαιξαν ρόλο. Αν ο λαός δε βλέπει να τιμωρούνται παραδειγματικά, πιστεύετε πως θα διορθωθεί, θα αφυπνιστεί ή πάλι θα πουν «όλοι οι ίδιοι είναι» και θα λουφάξουν;

Δεν πιστεύω πως η τιμωρία είναι η λύση στα προβλήματα του κόσμου. Η λύση είναι η αλλαγή σκέψης, φιλοσοφίας ζωής και τελικά πλεύσης. Η λύση είναι οι αξίες, αυτές οι πανανθρώπινες αξίες που φαίνονται να έχουν ξεφτίσει. Οι φυλακές είναι γεμάτες εγκληματίες αλλά το έγκλημα εξακολουθεί να υφίσταται. Η τιμωρία είναι ένα μέσον για την αποτροπή της επανάληψης της κακής πράξης που τιμωρείται, όμως αυτό, τουλάχιστον σήμερα, δε φαίνεται να είναι αποδοτικό. Η άποψή μου είναι πως πρέπει να εκλείψουν τα κίνητρα για το έγκλημα και τα κίνητρα είναι συνήθως δύο: η εξουσία και το χρήμα. Το θέμα δεν είναι να τιμωρήσουμε όσους μας έβλαψαν, αλλά να μην έχουν τον λόγο ή τον τρόπο να το κάνουν. Ο λαός κυρίως ενδιαφέρεται να ζει καλά ή τουλάχιστον αξιοπρεπώς και όχι τόσο για την τιμωρία.

Ποια είναι η γνώμη σας για το Bookia, όσο αφορά την προβολή των συγγραφέων και των έργων τους;

Πιστεύω πως το Bookia κάνει μια εξαιρετική δουλειά στον χώρο του βιβλίου. Η προβολή των συγγραφέων και των έργων τους είναι πολύ σημαντική τόσο για τους συγγραφείς όσο και για τους αναγνώστες. Οι παρουσιάσεις, οι κριτικές, οι απόψεις συνεργατών του Bookia προσφέρουν πάρα πολλά σ' αυτόν τον τομέα. Ακόμα, στην περίοδο της καραντίνας το Bookia συνεισέφερε με μοναδικό τρόπο τόσο στη διάδοση του βιβλίου και των νέων στον χώρο αυτό, όσο και στη δημιουργική απασχόληση του κοινού και τη δυνατότητα επικοινωνίας με τους συγγραφείς, με τις καθημερινές του συνεντεύξεις και προβολές.

Οι Α είναι επαναστάτες, πήραν τα όπλα για να τελειώνει μια και καλή το Μανιφέστο. Ενώ στο Πρώτο Χωριό, στην Ευτοπία δημιουργήθηκε ο αθέατος κόσμος, ο ιδεατός, πραγματικά ελεύθερος που αγκάλιασε όλους τους κατατρεγμένους. Ο κόσμος όπως είναι σήμερα, πως θα θέλατε να δράσει ή τι προσδοκείτε από αυτόν;

Εγώ προσωπικά θα ήθελα ο κόσμος μας να λειτουργεί όπως ο αθέατος κόσμος της Ευτοπίας. Με πραγματική ελευθερία, δικαιοσύνη, σύμπνοια, κατανόηση, αγάπη, αλληλεγγύη. Αυτός ο κόσμος -πείτε με αν θέλετε ονειροπόλα ή ρομαντική- εγώ πιστεύω πως μπορεί να υπάρξει. Πιστεύω ακόμα πως αυτός ο κόσμος υπάρχει μέσα στον καθένα μας αρκεί να τον ξυπνήσουμε. Όλα ξεκινάνε από την ιδέα. Η ιδέα γίνεται όραμα, το όραμα γίνεται σχέδιο, το σχέδιο γίνεται δράση και η δράση γίνεται επανάσταση και τέλος υλοποίηση. Αγώνα και προσπάθεια χρειαζόμαστε για να κερδίσουμε την Ευτοπία. Κυρίως για την αλλαγή της σκέψης μας. Από εκεί ξεκινάνε όλα.

Σχεδόν πενήντα χρόνια λέει το τραγούδι βάσανα και διωγμοί. Τελικά πάει τίποτε χαμένο αν το προσαρμόσουμε στην «Ευτοπία»;

Τίποτα δεν πάει χαμένο αρκεί να μπορούμε να διατηρήσουμε ζωντανές τις μνήμες και την ανθρωπιά μας. Στο τέλος έρχεται το πλήρωμα του χρόνου… και όπως συνεχίζει το τραγούδι «και η ζωή λεχώνα, ελπίδες θα γεννάει…».

Από τα τρία βιβλία της «Ευτοπίας» οι ερωτήσεις που γεννήθηκαν ήταν πάρα πολλές. Κι όταν πρόκειται για τον νέο κόσμο που θέλουμε να δημιουργήσουμε για τη νέα γενιά δεν εξαντλούνται με μια συνέντευξη. Καλοτάξιδο κ. Άννη Παπαθεοδώρου κι εύχομαι να αγαπηθεί από τους αναγνώστες, να τους ταξιδέψει. Γιατί το ταξίδι για την Ιθάκη του καθενός μας βρίσκεται μέσα στο τρίτομο έργο σας.

 Δημοσιεύθηκε στο Bookia