Έλενα Χουσνή, μιλάει στην Μάγδα Παπαδημητρίου-Σαμοθράκη για το «Ο Τέταρτος Τοίχος»

Γράφει: Μάγδα Παπαδημητρίου-Σαμοθράκη

Η Έλενα Χουσνή γεννήθηκε στην Πέλλα ενώ σήμερα ζει στη Σάμο. Εργάστηκε ως δημοσιογράφος στις εφημερίδες «Έθνος» και «Έθνος της Κυριακής», ως υπεύθυνη του Γραφείου Τύπου της Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου, ως επικεφαλής του Γραφείου Ευρωπαϊκής Πληροφόρησης Europe Direct Βορείου Αιγαίου, ως  Συμπαραστάτης του Δημότη και της Επιχείρησης Δήμου Σάμου ενώ σήμερα εργάζεται ως εκπαιδευτικός στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση Σάμου. 

Διηγήματά της έχουν φιλοξενηθεί σε πολλά συλλογικά έργα. Το 2014 εξέδωσε το πρώτο της βιβλίο «Στα άδυτα.. των δυτών» από τις εκδόσεις Δίαυλος ενώ τον Ιανουάριο του 2015 έγινε μέλος της ΕΛΣΑΛ (Ελληνική Λέσχη Συγγραφέων Αστυνομικής Λογοτεχνίας). To 2016 εξέδωσε το δεύτερο βιβλίο της «Χρυσή Εκδίκηση» από τις εκδόσεις ΚΥΦΑΝΤΑ. Από τις ίδιες εκδόσεις κυκλοφόρησαν «Το παιδί με τη Ριγέ Μπλούζα» (2017), «Καταραμένες Πολιτείες» (2018), «Κλίμακα F» (2019), «Παγωμένο Νερό» (2020), «Τι κάνεις ρε;» σε συνεργασία με τον Άντυ Βρόσγο (2021) και «Τέταρτος Τοίχος» (Μάιος 2023).

 

Έλενα Χουσνή ευχαριστώ για τον χρόνο σου. Είναι το όγδοο βιβλίο σου. Ποια ήταν η αφορμή που ξεκίνησες να γράφεις κι αν από την αρχή είχες ταχθεί να υπηρετήσεις την αστυνομική λογοτεχνία.

Εγώ ευχαριστώ. Είναι πράγματι το όγδοο βιβλίο, μου φαίνεται παράξενο όταν το σκέφτομαι γιατί αποφεύγω να κάνω απολογισμούς. Στην πραγματικότητα όμως είναι το ένατο γιατί υπάρχει και μια ποιητική συλλογή το «Πέτρες, άσπρες ξέξασπρες» που κυκλοφόρησε επίσης τον Μάιο μαζί με τον «Τέταρτο Τοίχο», το οποίο ήταν μια έκπληξη και για μένα την ίδια γιατί αυτά τα ποιήματα ήταν ασκήσεις γραφής και δεν περίμενα ότι θα πάρουν τον δρόμο της έκδοσης.

Ξεκινώντας να γράφω δεν είχα ποτέ κατά νου ότι θα γράφω ένα συγκεκριμένο είδος. Αγαπώ την αστυνομική λογοτεχνία από παιδί, κυρίως για την «καθαρτική» της τρόπον τινά διάσταση, την απόδοση δικαιοσύνης, αν και δε συμβαίνει αυτό πάντα. Αλλά νομίζω ότι είναι το ίδιο το θέμα που προσδιορίζει που καθορίζει τη γραφή κάθε φορά. Και πάντως δεν είναι αυτοσκοπός η συμπερίληψη σε ένα είδος. Φιλοδοξία μου και ελπίδα μου είναι να μπορώ να γράφω καλή λογοτεχνία.

O «Τέταρτος Τοίχος», με την πρώτη ανάγνωση είναι γεμάτος συμβολισμούς. Θόλος, δεσμώτης, κελιά, κρεβάτια, γυναίκες με το όνομα Ζ. Η πανδημία είναι μέσα στο κάδρο της ιστορίας;

Η πανδημία είναι θα έλεγα στο ημίφως. Υπάρχει στο βιβλίο ο εγκλεισμός αλλά όχι λόγω μιας θανατηφόρας νόσου. Λόγω ενός κόσμου ο οποίος έχει διολισθήσει σε ένα πλήρως ανελεύθερο καθεστώς όπου έχουν απολεσθεί οι ατομικές ελευθερίες και όπου η τέχνη έχει κι αυτή μετατραπεί σε όργανο μιας πανίσχυρης και δεσποτικής κυβέρνησης που θέλει να μετατρέψει τους ανθρώπους της τέχνης σε όργανά της. Σε αυτό τον δυστοπικό κόσμο, υπάρχουν πράγματι κάποιοι συμβολισμοί. Όταν καλείσαι να φτιάξεις έναν κόσμο εξαρχής, έναν κόσμο που δεν υπάρχει, θα πρέπει να χτίσεις με την φαντασία σου το πώς θα είναι. Και βέβαια μέσω αυτής της «αρχιτεκτονικής» να αφηγηθείς την ιστορία σου και να προσπαθήσεις να πεις αυτά που θέλεις. Εύχομαι αυτό να συμβαίνει στον «Τέταρτο Τοίχο».

Δεχόμενοι τους εξευτελισμούς και τις υποχωρήσεις δεχόμαστε και τον όρο ραγιαδισμός που τον κουβαλούμε μέσα μας από την αρχή του ελληνικού κράτους;

Δε θεωρώ ότι έχουμε εγγενές το χαρακτηριστικό του «ραγιαδισμού». Κανένας λαός δεν το έχει. Κάθε κοινωνία, κάθε έθνος, μέσα στη διαρκή τραμπάλα της ιστορίας του, πόσο μάλλον όταν η ιστορία του είναι πολυκύμαντη, υφίσταται ήττες, πολλές φορές οδυνηρές και σε αυτές τις συνθήκες τα έθνη όπως και οι άνθρωποι αντιδρούν ποικιλοτρόπως. Άλλοτε με υποταγή άλλοτε με επαναστικότητα. Πάντως, σε συνθήκες ακραίας πίεσης και συνεχών διαδοχικών πληγμάτων είναι βέβαιο ότι και ο πιο ανθεκτικός οργανισμός, ο πιο δυνατός άνθρωπος θα οδηγηθεί σε μια ψυχολογική συντριβή, σε διανοητική σύγχυση. Και σε μια τέτοια περίσταση είναι πολύ πιθανόν να αποδεχθεί πράγματα που σε μια ας πούμε πιο ήπια κατάσταση δε θα τα αποδεχόταν.

Γράφει στο οπισθόφυλλο «Εκεί είναι το τούνελ. Κι αν θες, μείνε μέσα του. Αν δε θες, γκρέμισέ το». Μου θυμίζει το σπήλαιο του Πλάτωνα. Τελικά, μήπως ως λαός μας βολεύει το τούνελ; Μήπως χρειαζόμαστε πάντα τους δεσμώτες που δε μας αφήνουν να το γκρεμίσουμε;

Η ζωή είναι ένα τούνελ. Μια διαρκής προσπάθεια να βρούμε το φως, την έξοδο από αυτό, με όποιον τρόπο εννοεί ο καθένας μας αυτό το φως. Το σπήλαιο του Πλάτωνα, είναι ένα σπήλαιο ιδεών, ένας ου-τόπος όπου κανείς φτάνει στην αυτοτελείωση. Το τούνελ στον «Τέταρτο Τοίχο» είναι ένα πιο κλειστοφοβικό σκηνικό. Σε αυτό ο «δεσμώτης» είναι πρώτα απ' όλα ο ίδιος ο εαυτός μας. Εκεί είναι η μεγάλη μάχη, είναι εσωτερική, με αντίπαλο όσα μας κυνηγούν αλλά δεν πρέπει, παρά την πίεση που μας ασκείται, να υποχωρήσουμε και να προσχωρήσουμε στην παραίτηση.

Θα μπορούσαμε να κατατάξουμε τον Τέταρτο τοίχο στα πολιτικά θρίλερ;

Είναι πολύ ενδιαφέρον αυτό που λέτε. Η αλήθεια είναι ότι δεν το είχα σκεφτεί έτσι. Ωστόσο, με αφορμή την ερώτησή σας, νομίζω ότι υπάρχουν στο βιβλίο στοιχεία «πολιτικά» με την ευρύτερη έννοια και ίσως με μία κάπως διασταλτική ερμηνεία θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και έτσι.

Βλέπε, άκου, μη μιλάς. Τέσσερις λέξεις που τις ακούγαμε από το στόμα των μεγάλων. Όσοι αντιστάθηκαν τα κατάφεραν να ξεφύγουν. Στους υπόλοιπους βλέπω στα πρόσωπά τους, τη σημερινή αποχή από τις τελευταίες εκλογές. Είναι οι ήσυχοι άνθρωποι που τους βλέπαμε, στην κατοχή, στη χούντα, αλλά όχι στις πλατείες και τις διαδηλώσεις. Ποιος έχει τελικά την ευθύνη;

Υπάρχουν πολλοί τρόποι να αντιδρά κανείς. Εγώ δε θα ήθελα με ευκολία να χαρακτηρίσω όσους δε βρίσκονται στις πλατείες και τις διαδηλώσεις ως ηττημένους ή απαθείς. Για μένα έχει μεγάλη σημασία ο τρόπος με τον οποίο πορεύεται κανείς στη ζωή του. Το αξιακό του σύστημα, το πώς λειτουργεί καθημερινά στον χώρο εργασίας του, πώς συμπεριφέρεται στους ανθρώπους, πώς στέκεται απέναντι σε όσα συμβαίνουν. Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που γνωρίζω προσωπικά που ναι μεν δεν επιλέγουν να διαμαρτυρηθούν σε συγκεντρώσεις αλλά είναι ενεργοί πολίτες και συμμετέχουν στον δημόσιο διάλογο μέσα από ομάδες, από την ενασχόλησή τους με την τοπική αυτοδιοίκηση, με το προσωπικό τους παράδειγμα, καταθέτοντας την άποψή τους για μείζονα θέματα. Όσο για την ευθύνη δεν μπορεί να γίνει καταμερισμός, δεν υπάρχει μαθηματικός τύπος για κάτι τέτοιο. Προφανώς είναι υπόθεση ατομική το πώς στεκόμαστε απέναντι στον κόσμο αλλά είναι και αναγκαία η συλλογική δράση.

Μνήμη και Ολοκαύτωμα. Μπορείς να ζήσεις χωρίς μνήμη; Χωρίς παρελθόν υπάρχει παρόν και μέλλον;

Όχι. Η μνήμη είναι η συγκολλητική ουσία της ζωής και της ιστορίας. Το στοίχημα είναι να μην υποτάσσεσαι σε αυτήν αλλά και να μην την αγνοείς. Όσα έχουμε βιώσει, όλες οι αποφάσεις που έχουμε πάρει μας καθορίζουν και μας ακολουθούν. Άρα είναι παρόντα στο παρόν μας και αθροιστικά προδιαγράφουν ως ένα σημείο και το μέλλον μας. Η «κοντή μνήμη» είναι κακός συμβουλάτορας αλλά και η «μακρά μνήμη» όταν σε κρατά δέσμιο του παρελθόντος είναι εξίσου επικίνδυνη.

Ναι, η Τέχνη δεν κάνει επανάσταση. Χτυπά όμως το καμπανάκι της αφύπνισης, κι όποιος το ακούσει. Ποια είναι η γνώμη σου;

Η τέχνη δεν μπορεί σαφώς να λύσει τα προβλήματα του κόσμου ειδικά ενός κόσμου τόσου σύνθετου και τόσο ταχέως μεταβαλλόμενου όπως ο σημερινός. Μπορεί ίσως να δώσει μια ερμηνεία, να καταθέσει ένα ερώτημα, έναν προβληματισμό. Και μέσα από αυτή τη διάστασή της να λειτουργήσει αφυπνιστικά ή να προκαλέσει έναν διάλογο. Υπό αυτή την έννοια είναι εξαιρετικά σημαντικός ο ρόλος της.

Μιλάς στο βιβλίο σου για το ΝΑΙ και το ΟΧΙ. Πιστεύεις πως έχουν χαθεί πολλά με την υποταγή; Ιδανικά, αξίες, αλληλεγγύη…

Αυτό που προσπαθώ είναι να ιχνηλατήσω τη διαδρομή που σε κρίσιμες συνθήκες οδηγεί στο «ναι» και το «όχι», δηλαδή στην υποταγή ή την αντίδραση σε ένα καθεστώς ισοπεδωτικό που στερεί από τους ανθρώπους την ελευθερία, την αυτενέργεια και την ίδια την αγάπη. Την αλληλεγγύη. Η υποταγή έχει πολλά πρόσωπα. Κρύβει πίσω της άλλοτε φόβο και άλλοτε δόλο. Οι άνθρωποι μπορεί να δεχθούν την περιστολή της ελευθερίας τους λόγω του φόβου και αυτό δεν είναι κάτι καινούριο ως μεθόδευση των εχόντων την εξουσία, αλλά μπορεί να χρησιμοποιήσουν και μια τέτοια συνθήκη ωφελιμιστικά καθότι ο λύκος στην αναμπουμπούλα χαίρεται. Θεωρώ πώς σε κάθε εποχή, παρά τις δυσκολίες της ο ανθρωπισμός, οι αξίες, τα ιδανικά βρίσκουν τόπο να επιβιώσουν, αν και όχι αναίμακτα.

Όσοι υπηρετούν την Τέχνη μπορούν να σπάσουν τον Τέταρτο τοίχο. Και μετά; Αν δεν υπάρχουν ανοιχτά μυαλά, έχει νόημα η Τέχνη;

Τα ανοιχτά μυαλά είναι το εν δυνάμει ακροατήριο μιας τέχνης ανεξάρτητης, μιας τέχνης με όραμα και λογισμό. Είναι συγκοινωνούντα δοχεία αυτά τα δύο. Η απουσία του ενός πόλου, του κοινού, θα κάνει την τέχνη κύμβαλο αλαλάζον. Η απουσία μας τέχνης οραματικής από την άλλη θα στερήσει μια φωνή δυνατή και αληθινή.

Η αστυνομική λογοτεχνία συνεχώς ανεβαίνει, έχουμε πολύ καλούς Έλληνες συγγραφείς του είδους. Προσωπικά τους προτιμώ. Τι έχουν να ζηλέψουν από τους ξένους;

Θα συμφωνήσω απόλυτα μαζί σας. Θεωρώ ότι η ελληνική αστυνομική λογοτεχνία διανύει την πιο ανθηρή της εποχή. Είναι πολλές και πολλοί οι Ελληνίδες και Έλληνες συγγραφείς που γράφουν εξαιρετικά μυθιστορήματα που πράγματι δεν έχουν τίποτε να ζηλέψουν από αυτά συγγραφέων από άλλες χώρες. Το ζήτημα που παραμένει είναι πώς θα βρεθεί ένας δρόμος η εγχώρια λογοτεχνία, αστυνομική και μη, να βγει εκτός συνόρων. Και αυτό το ζήτημα χρόνια και χρόνια ψάχνει την απάντησή του.

Η αυτογνωσία σε απασχολεί σε κάθε βιβλίο σου;

Η συγγραφή είναι και μια διεργασία αυτογνωσίας. Πλάθοντας κόσμους, αφηγούμενος ιστορίες ανθρώπων, έρχεσαι αντιμέτωπος πρωτίστως με τον εαυτό σου. Με τη σκέψη σου, με τα ερωτήματά σου, με τη ματαιοδοξία σου φυσικά, με την ιδεολογία σου. Το ερώτημα που διατυπώνεις στο παρασκήνιο μιας ιστορίας, αν και κάτι τέτοιο δεν είναι αυτοσκοπός, είναι ένα ερώτημα προς τον εαυτό σου. Είναι υπαρξιακή διεργασία όλο αυτό. Και δε βγαίνεις καλύτερος ή χειρότερος. Απλά έχεις δώσει στον εαυτό σου μία ακόμη ευκαιρία να γεωμετρήσεις το τούνελ που αναφέρατε νωρίτερα και βγαίνοντας από αυτό, ίσως, κάπως να ξεκαθαρίσεις ποιο είναι το φως που προτιμάς.

Έχεις συμμετάσχει με διηγήματα σε συλλογικά βιβλία. Έχω στα χέρια μου το τελευταίο συλλογικό τόμο που εξέδωσε η Δημοτική Βιβλιοθήκη Σάμου και γράψατε 65 συγγραφείς για τη Σάμο. Μίλησε μας γι αυτή την πρωτοβουλία.

Πρόκειται για μια προσπάθεια της Δημόσιας Βιβλιοθήκης Σάμου να δημιουργήσει μια λογοτεχνική τοπογραφία για το όμορφο νησί μας. Ήταν μια ιδέα του διευθυντή μας Μανώλη Πυργιώτη που οδήγησε σε μια δημόσια πρόσκληση να γραφούν ιστορίες με μόνο όρο αυτές να εκτυλίσσονται στη Σάμο. Η προσπάθεια οδήγησε σε 65 ιστορίες και είμαστε πολύ περήφανοι για αυτή την προσπάθεια καθώς μέσα από τα διηγήματα του συλλογικού τόμου μπορεί κανείς να ακτινογραφήσει το νησί μέσα από πολλαπλούς φακούς. Και βέβαια να το αγαπήσει όσο το αγαπάμε και εμείς που ζούμε εδώ.

Ποια είναι η γνώμη σου για το Bookia, όσον αφορά την προβολή των συγγραφέων και των έργων τους;

Είναι μια εξαιρετικά σημαντική πλατφόρμα που την έχουμε όλοι ανάγκη. Το Bookia, σε μια εποχή που και η αγορά του βιβλίου αντιμετωπίζει προβλήματα, δίνει την ευκαιρία στους συγγραφείς να προβάλουν το έργο τους και είναι ακόμη πιο σημαντικό ότι αυτή η ευκαιρία δίνεται και σε συγγραφείς που είναι μακριά από την Αθήνα και επομένως οι δυνατότητές να κοινωνήσουν το έργο τους είναι μοιραία πιο μικρές. Είναι επομένως μια πολύ σημαντική προσπάθεια που αποδίδει αποτελέσματα χάρη κυρίως στους πολλούς και πολύ αξιόλογους συνεργάτες του Bookia.

Έχεις σκεφτεί το επόμενο βιβλίο;

H αλήθεια είναι ότι πάντα μετά την έκδοση ενός βιβλίου, επιβάλλω στον εαυτό μου μια περίοδο αγρανάπαυσης. Δε σταματώ να γράφω. Γράφω σχεδόν καθημερινά. Αλλά είναι περισσότερο μια μαθητεία σε σκέψεις ή ιδέες που σκόρπιες και ασυντόνιστες απλά καταγράφονται αποσπασματικά. Αυτά τα ετερόκλητα και ατελή γραπτά τις περισσότερες φορές δεν οδηγούν πουθενά αλλά για μένα είναι μια προγύμναση για τη στιγμή που θα έρθει, αν έρθει, η ιδέα που θα με κάνει να ανοίξω τη λευκή σελίδα και πάλι. Μέχρι τότε θέλω να απολαύσω το διάβασμα που μου λείπει πολύ όταν γράφω.

Σε ευχαριστώ πολύ Έλενα Χουσνή, με την ευχή να είναι καλοτάξιδο.

Εγώ ευχαριστώ θερμά!

 

Δημοσιεύθηκε στο Bookia