Τζίνα Ψάρρη, μιλάει στην Μάγδα Παπαδημητρίου-Σαμοθράκη για το «Κάθε Κυριακή την ίδια ώρα»

Την Τζίνα Ψάρρη την παρακολουθώ από το πρώτο της βιβλίο «Μέχρι το πέμπτο σκαλοπάτι». Βαθιά κοινωνική και ευαίσθητη η ίδια όπως και η γραφή της, μας οδηγεί σε μονοπάτια της ψυχής μέσα από τους ήρωές της. Το πρόσφατο βιβλίο της, «Κάθε Κυριακή την ίδια ώρα», είναι βουτηγμένο στις μνήμες, στην ιστορία τούτης της χώρας, μα περισσότερο σε πραγματικά βιώματα των δικών της ανθρώπων. Το γιατί οδηγήθηκε στη συγγραφή του και πολλά άλλα, θα μας τα πει η ίδια.

 

Κυρία Ψάρρη, ευχαριστώ για τον χρόνο σας. Ανοίξατε το οικογενειακό σας σεντούκι αναμνήσεων και φέρατε στο φως ιστορίες που εμένα προσωπικά με ταξίδεψαν σε όμορφα αλλά και σε δύσκολα μονοπάτια. Ποια ήταν η αφορμή για την συγγραφή του;

Δίδασκα Ιστορία για πολλά χρόνια στην Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Κάθε φορά, ξέφευγα από την υποχρεωτική διδακτέα ύλη και μιλούσα στα παιδιά για τη μαγεία της Ιστορίας, για τη βία που έρχεται σαν φυσικό επακόλουθο όταν χαθούν οι προσωπικές ή γενικές ισορροπίες και συναισθηματικές συντεταγμένες. Τους μιλούσα για εκείνη τη στιγμή που γίνεται απόλυτα συνειδητή σε όλους μας η βεβαιότητα της αδυσώπητης θνητότητάς μας και η συνείδηση πως αυτή ακριβώς η βεβαιότητα θα γίνει κάποτε το μεγαλείο μας και θα μας συντροφεύσει με ταπεινότητα και αξιοπρέπεια και σοφία. Τους εξηγούσα την σοβαρή πιθανότητα ραγδαίων εξελίξεων που κανείς δεν μπορεί να φανταστεί, έχουν τη δύναμη να μας συντρίψουν όμως, και πως εμείς, ένα ελαφρύ φτερό στον ισχυρό αέρα αυτών των εξελίξεων, αν αντέξουμε, μπορούμε να δημιουργήσουμε κάτι που να έχει φως και δύναμη, στη μικρή αλλά σπουδαία ζωή που αναλογεί στον καθένα μας. Μιλούσα για όλα αυτά, ώσπου πριν τρία χρόνια, συνειδητοποίησα ότι όσα περιέγραφα ήταν η ιστορία της γιαγιάς μου, ένα ιστορικό πρόσωπο η ίδια, που έζησε ακριβώς έτσι, με καρτερική αξιοπρέπεια και ταπεινότητα, και πως όφειλα, με κάποιον τρόπο, να φέρω στο φως όλα όσα βίωσε.

Όλοι οι ήρωές σας είναι αληθινοί ή κάποιοι δημιουργήθηκαν για να δομηθεί το μυθιστόρημα;

Όλοι οι ήρωες είναι υπαρκτά πρόσωπα. Το μόνο που δεν εμφανίζεται ως έχει, είναι το πραγματικό τους όνομα, πλην της κεντρικής ηρωίδας, της γιαγιάς Γιωργίτσας.

Σμύρνη, Αθήνα, Θεσσαλονίκη. Διαφορετικές ζωές, ίδια αγγίγματα οδύνης και ευτυχίας. Κάθε Κυριακή την ίδια ώρα, η Γίτσα, η πρωταγωνίστρια, έπινε τον καφέ της, όπως ακριβώς έκαναν κάποτε και οι γονείς της. Αυτό το φλιτζάνι είχε γραμμένη τη μοίρα της; θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε πως ο καϊμακλίδικος καφές είναι συμβολικός στο μυθιστόρημα σας;

Ο μόνος συμβολισμός που επιδίωξα ήταν αυτός της θεραπευτικής νοσταλγίας. Είναι φορές που κάποιες οικογενειακές συνήθειες αναπαράγονται για να προσφέρουν την τρυφερότητα, τη δύναμη και την παρηγοριά που όλοι χρειαζόμαστε.

Γράφετε πως όλοι είμαστε δέσμιοι ενός συστήματος και η ελευθερία του καθενός κινείται σε συγκεκριμένα πλαίσια. Ποιος και γιατί μας εμποδίζει να βάλουμε εμείς τα όρια μας;

Δεν ζούμε μόνοι μας στον κόσμο. Είμαστε μέρος ενός συνόλου και η ελευθερία του καθένα μας σταματά εκεί που αρχίζει η ελευθερία του άλλου. Δυστυχώς, η κοινωνία μας δεν έχει αναπτύξει την εξαιρετικά – κατά την γνώμη μου – σημαντική ενσυναίσθηση, δεν έχουμε μάθει να μπαίνουμε στα παπούτσια των συνανθρώπων μας, όχι όσο θα έπρεπε τουλάχιστον. Τα όρια λοιπόν, είναι αυταπόδεικτα, αν και δεν τηρούνται, δεν τους δίνουμε την αξία που τους πρέπει.

Γράφετε για την αγάπη, τον έρωτα, την ανθρωπιά, το πάθος. Αλλά και για αξίες, ιδανικά, που στην εποχή μας έχουν χαθεί. Ή κοντεύουν να χαθούν. Σήμερα έχουμε γίνει ολίγον ανθρωποφάγοι, κοιτώντας να φάμε τις σάρκες μας αλλά και το ποιος θα επικρατήσει. Πού πιστεύετε ότι οδηγούμαστε ως κοινωνία σήμερα;

Αυτό που με λύπη μου παρατηρώ είναι μια διαρκώς αυξανόμενη αποξένωση. Χαμένοι στον λαβύρινθο των προσωπικών μας αδιέξοδων, μοιραζόμαστε όλο και σπανιότερα στιγμές πολύτιμες. Και δείχνουμε έναν αλλόκοτο εγωισμό, πάντα ο δικός μας σταυρός είναι βαρύτερος, πάντα εμείς είμαστε που έχουμε τις περισσότερες ανάγκες. Ξεχάσαμε πόσο ευεργετικό είναι το μοίρασμα, η εγγύτητα, η ειλικρινής συντροφικότητα, και συμπεριφερόμαστε σαν μοναχικοί λύκοι που το μόνο που επιζητούν είναι το πώς θα γίνουν οι αρχηγοί της αγέλης. Πώς να μην χαθούν οι αξίες, η ανθρωπιά και η αγάπη έτσι; αν ρωτάτε τον τρόπο που αυτό μπορεί να βελτιωθεί, πάλι στην εξαιρετικά σημαντική ανάπτυξη της ενσυναίσθησης είμαι υποχρεωμένη να επιστρέψω.

Σκαλίζετε την ψυχή των ηρώων σας και ξεσκεπάζετε την υποκρισία τους και την δήθεν καλοσύνη τους. Πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι για τον καθένα μας μέσω της αυτογνωσίας να αλλάξουμε ως οντότητες και σαν κοινωνία;

Δεν είναι διόλου εύκολο. Θέλει κόπο, δύναμη και ειλικρινή επιθυμία. Επιτυγχάνεται όμως, το έχω δει να γίνεται. Και αν επιτευχθεί σε προσωπικό επίπεδο, αυτό δεν θα έχει και συνολικό κοινωνικό αντίκτυπο;

Πόσο ψυχοφθόρες ή λυτρωτικές ήταν οι στιγμές της συγγραφής, την ώρα που ζωντανεύατε στο χαρτί τους προγόνους σας;

Η αποτύπωση κυρίως εκείνων των σκηνών που αποτελούσαν προσωπικό μου βίωμα και ήταν τόσο σκληρές όσο ο θάνατος ενός βρέφους για παράδειγμα, ήταν ένας μικρός Γολγοθάς. Όταν όμως έγραψα τη λέξη ΤΕΛΟΣ, το κυρίαρχο συναίσθημα ήταν λυτρωτικό, ένα «κατάφερα να είμαι ειλικρινής και αντικειμενική ταυτόχρονα» γεννήθηκε στο μυαλό μου σαν ανακούφιση. Και αυτό γιατί εξαρχής ανησυχούσα μήπως η αδιαμφισβήτητη αγάπη μου για όλους τους συμμετέχοντες αποδειχτεί ισχυρότερη από την αντικειμενική απόσταση που ήθελα να κρατήσω.

Η πολυπολιτισμική Θεσσαλονίκη είναι η πόλη όπου εκτυλίσσεται το μεγαλύτερο μέρος των αναμνήσεων. Αναφέρετε τη φωτιά στη συνοικία Κάμπελ, τη φωτιά των βιβλίων στον Λευκό Πύργο, βιβλία που οι σκέψεις των συγγραφέων δεν ήταν αρεστές στους φασίστες, τον Δάγκουλα, τον εμφύλιο, μέσα από την καθημερινότητα της οικογένειας της Γίτσας. Πιστεύετε πως αυτή την Ιστορία που σφράγισε ανεξίτηλα την πόλη, πρέπει να την υπενθυμίζουμε συνέχεια στους αναγνώστες; τους είναι άγνωστη;

Υπάρχουν πολλά ιστορικά γεγονότα και πρόσωπα τα οποία αγνοούμε και οι λόγοι είναι πολλοί γι’ αυτό, δεν οφείλεται μόνο στην αμάθειά μας. Δεν θα μπορούσα να μην σκιαγραφήσω την περιρρέουσα ατμόσφαιρα της εκάστοτε εποχής, διότι αυτή ισχυροποιεί τις συναισθηματικές αναταράξεις των ηρώων μου. Αν και παραμένω πιστή στο ψυχογράφημα, τα ιστορικά γεγονότα που αναφέρω είναι απολύτως αληθή και αποτέλεσμα έρευνας πάμπολλων ωρών. Ναι, θεωρώ πως όλοι οφείλουμε να γνωρίζουμε την Ιστορία του τόπου μας, όσο περισσότερο αυτό είναι εφικτό.

Στην σελίδα 135 γράφετε πως κανείς Θεός δεν θέλει να βλάψει τα δημιουργήματά του. Μήπως λαθεμένα ζητούν οι άνθρωποι την βοήθειά του ή τον θεωρούν τιμωρό για να καλύψουν τα δικά τους λάθη;

Υπάρχουν εκείνοι οι άνθρωποι που πιστεύουν στον Θεό και τα μεγαλόψυχα σχέδια του για όλα του τα δημιουργήματα. Υπάρχουν κι εκείνοι που συμφωνούν με τον Ευριπίδη και την ρήση του: «δεν χρειάζεται ν’ ακολουθούμε τους θεούς αν τα άδικα υπερτερούν από τα δίκαια». Με την φράση που έβαλα στο στόμα της ηρωίδας μου, ο στόχος ήταν ο ίδιος με αυτόν που επιχειρώ σε όλα μου τα βιβλία. Να σπείρω δηλαδή αναρωτήσεις στο μυαλό των αναγνωστών. Στην προκειμένη περίπτωση, αν την γαλήνη και την εσωτερική ισορροπία την βρίσκει κανείς στην βαθιά του Πίστη ή χρειάζεται αλλού να την αναζητήσει.

«Λαούς με σακατεμένο μυαλό θέλουν οι κυβερνήσεις. Ήθελαν, θέλουν και θα θέλουν πάντα. Κι αυτοί που γράφουν ιστορία κατά πώς τους συμφέρει, χαρτιά μουτζουρώνουν, ίσα για να κρύψουν την αλήθεια...» Πιστεύετε πως οι συγγραφείς έρχονται με τα βιβλία τους να γράψουν την άγνωστη ιστορία, να υπενθυμίσουν, ή απλά την χρησιμοποιούν για να δέσουν την δική τους ιστορία;

Νομίζω πως ισχύουν και τα δύο. Υπάρχουν συγγραφείς που λαχταρούν να αναδείξουν άγνωστες πτυχές της Ιστορίας, αλλά και εκείνοι που αναφέρουν ιστορικά γεγονότα, επιλέγοντας αυτά που περισσότερο δένουν με την ιστορία που θέλουν να αφηγηθούν. Στο «Κάθε Κυριακή την ίδια ώρα» κινούμαι συνειδητά πότε μέσα στα όρια της πρώτης περίπτωσης και πότε της δεύτερης.

Άλλο θρησκοληψία και άλλο χριστιανικές αξίες; Πόσο απέχουν μεταξύ τους αυτές οι έννοιες;

Κατά τη γνώμη μου, η θρησκοληψία δεν έχει καμία σχέση με τις πραγματικές χριστιανικές αξίες. Θρησκοληψία σημαίνει μάτια ερμητικά κλειστά, σημαίνει φανατισμός και όπως κάθε άλλο είδος φανατισμού, δημιουργεί υπόδουλα όντα. Ως φιλοσοφία, ο Χριστιανισμός δείχνει έναν δρόμο αξιών που αν όλοι ακολουθούσαμε, η κοινωνία θα ήταν μακράν διαφορετική. Σε καμία περίπτωση όμως με την σπάθη του φόβου κρεμάμενη επάνω από τα κεφάλια μας.

Όταν διάβασα ότι η πεθερά και η κουνιάδα της Ξανθής την αποκαλούσαν Βουλγάρα ή Τουρκάλα, οι συνειρμοί με οδήγησαν στα λόγια «Τουρκόσποροι, παστρικές» και άλλα που με λυπούσαν για την αμορφωσιά του κόσμου. Πότε και πώς να περιμένουμε να αλλάξει αυτή η χώρα, αν ακόμη και σήμερα θεωρούν τους πρόσφυγες του ‘22 ξένους;

Δεν ήταν μόνο η έλλειψη παιδείας που έφερνε παρόμοιες εκφράσεις σε χείλη αδαών. Ήταν πολλοί οι λόγοι, το ίδιο σοβαροί. Φόβος μπροστά στο άγνωστο και την διαφορετικότητα, έλλειψη ενσυναίσθησης, ζήλια, λόγοι πολιτικών και οικονομικών σκοπιμοτήτων. Θέλω να πιστεύω, από όσα παρατηρώ γύρω μου ή διαβάζω, πως εκείνοι οι πρόσφυγες έχουν πλήρως ενσωματωθεί, δεν θεωρούνται πλέον ξένοι. Η Ιστορία όμως, δυστυχώς, επαναλαμβάνεται στις μέρες μας, το βλέπουμε καθημερινά.

Πιστεύετε ότι πρέπει να ζούμε σε τραγικά χρόνια για να μπορούμε να είμαστε αλληλέγγυοι, μονιασμένοι και να ξυπνήσουν μέσα μας οι ανθρώπινες αξίες;

Το αλληλέγγυο μόνοιασμα έρχεται κάπως σαν αυτοματοποιημένη αντίδραση σε περιόδους τραγικές. Και αυτό είναι κομμάτι του μεγαλείου που κρύβει μέσα της η ανθρώπινη ψυχή. Κομμάτι όμως που, δυστυχώς, φαίνεται πως ευκολότερα αναδύεται στις δύσκολες στιγμές, όσο κι αν αυτό ακούγεται οξύμωρο. Φυσικά και δεν πρέπει να ισχύει, σε περιόδους ηρεμίας ωστόσο, βγαίνουν στην επιφάνεια και άλλους είδους ένστικτα τα οποία αποδεικνύονται ισχυρότερα.

Ποια είναι η γνώμη σας για το Bookia, όσον αφορά στην προβολή των συγγραφέων και των έργων τους;

Το Bookia ανέκαθεν υπήρξε υποστηρικτικό, με όλους τους τρόπους που μπορεί να το κάνει. Βρίσκεται πάντα στο πλευρό των συγγραφέων, τόσο σε προσωπικό επίπεδο όσο και προβάλλοντας το έργο τους.

Το επόμενο βιβλίο σας, αν ήδη υπάρχει ως σχέδιο στη σκέψη σας, θα έχει πάλι την ψυχή και την αυτογνωσία ως πυρήνα του;

Παραμένω πιστή στο ψυχογράφημα. Έχει ήδη ξεκινήσει το επόμενο βιβλίο, στο οποίο και πάλι ασχολούμαι με τις ανθρώπινες επιλογές, συμπεριφορές και αντιδράσεις. Αυτή τη φορά, αντικείμενο μου είναι οι κούφιοι άνθρωποι και το κατά πόσον τα χρόνια του εγκλεισμού μας λόγω της πανδημίας, ωφέλησαν ή έβλαψαν αυτή τους την κενότητα.

Σας ευχαριστώ κυρία Ψάρρη και εύχομαι να είναι καλοτάξιδο!!

«Δεν ξεχνιέται εύκολα η καλοσύνη των ανθρώπων, μένει στην ψυχή και υφαίνει αναπόφευκτα το νήμα του ηθικού καθήκοντος και της αμετακίνητης προστασίας κάθε κατατρεγμένου»

«Το σπίτι της αυταπάτης είναι φτιαγμένο από φτηνά υλικά, εύκολα χτίζεται. Το πιο επισφαλές από όλα τα οικοδομήματα του κόσμου είναι όμως, και οποιαδήποτε στιγμή μπορεί να καταρρεύσει με εκκωφαντικό θόρυβο»

 Δημοσιεύθηκε στο Bookia